Οι λέξεις διαμορφώνουν προοπτικές. Αν θέλουμε να μιλήσουμε για μια παραγωγή τεχνολογική, εξαγώγιμη, στρατηγικά αναβαθμισμένη, πρέπει να ξεκινήσουμε από το πώς την ονομάζουμε.
Ας σταθούμε για λίγο στον όρο Manufacturing, που είναι και ο τίτλος του περιοδικού μας, το οποίο γιορτάζει τα 100 του τεύχη. Και ας δούμε παράλληλα πώς ο πλούτος – αλλά και τα όρια – της ελληνικής γλώσσας επηρεάζουν την ταυτότητα της σημερινής βιομηχανικής παραγωγής στην Ελλάδα.
Η έννοια του manufacturing βρίσκεται στην καρδιά κάθε σύγχρονης βιομηχανικής οικονομίας. Από την εμπειρία μου στο χώρο για περισσότερες από τέσσερις δεκαετίες, παρατηρώ ότι στην Ελλάδα, αν και ο όρος χρησιμοποιείται όλο και πιο συχνά, η συνήθης απόδοσή του ως «μεταποίηση» δεν καλύπτει ούτε το εύρος ούτε το βάθος που περικλείει. Η ίδια η ετυμολογία του όρου – manu (χέρι) και facture (κατασκευάζω) – παραπέμπει σε χειροποίητη, μικρής κλίμακας κατασκευή.
Ένα ολόκληρο οικοσύστημα
Στο διεθνές περιβάλλον, manufacturing σημαίνει κάτι πολύ ευρύτερο από τη μετατροπή πρώτων υλών σε τελικά προϊόντα. Είναι ένα ολόκληρο οικοσύστημα: περιλαμβάνει την έρευνα και ανάπτυξη, την καινοτομία στην παραγωγή, τη συστηματική διοίκηση, τις αυτοματοποιημένες διαδικασίες, τη διαχείριση ποιότητας, τη διασύνδεση με τα δίκτυα εφοδιασμού, τη διαρκή πρόοδο – και, φυσικά, την αξιοποίηση ψηφιακών τεχνολογιών. Ειδικά σήμερα, με την άνοδο της Τέταρτης Βιομηχανικής Επανάστασης (Industry 4.0), το manufacturing είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την καινοτομία.
Αντίθετα, ο όρος «μεταποίηση» στην ελληνική γλώσσα διατηρεί μια πιο παραδοσιακή, ακόμα και βιοτεχνική, χροιά. Δεν ενεργοποιεί συνειρμούς που σχετίζονται με ρομποτικές γραμμές παραγωγής, predictive analytics ή ψηφιοποιημένες διαδικασίες.
Όταν η παραγωγή «τρέχει στον αυτόματο»
Επιπλέον, σε κάποιες περιπτώσεις δεν θεωρείται αυτονόητο ότι μια παραγωγική δραστηριότητα πρέπει να διοικείται. Υπάρχουν παραδείγματα – κυρίως από τις δεκαετίες του ’70, του ’80 και του ’90 – όπου άνθρωποι με διορατικότητα και επιχειρηματικό ένστικτο δημιούργησαν βιομηχανικές μονάδες, βασιζόμενοι στην αντίληψη ότι αυτές μπορούν να λειτουργούν «στον αυτόματο».
Το φαινόμενο αυτό δεν έχει μόνο σημασία σε επίπεδο ορολογίας, αλλά και στρατηγικού προσανατολισμού. Και μερικές φορές, ενδέχεται να αποπροσανατολίζει.
Η ορολογία ως καθρέφτης προοπτικής
Η «μεταποίηση» συμμετέχει στο ΑΕΠ της χώρας με ποσοστό περίπου 10%. Και όμως, ο κλάδος περιγράφεται με ένα γερούνδιο στα αγγλικά: manufacturing. Χωρίς ουσιαστικό, χωρίς επίθετο, χωρίς παράγωγα. Σε αντίθεση με όρους όπως: γεωργία – γεωργός – γεωργικός – καλλιέργεια. Πόσες φορές ακούμε κάποιον να δηλώνει: «είμαι μεταποιητής», «δουλεύω στη μεταποίηση», ή «χτίζω μεταποιητική μονάδα»;
Υπάρχει βέβαια και ο όρος «βιομηχανία» (industry), αλλά κι αυτός έχει αλλοιωθεί. Στην Ελλάδα, η μεγαλύτερη βιομηχανία θεωρείται συχνά… ο τουρισμός. Όχι κάτι που συνδέεται με εργοστάσια, εξοπλισμούς, τεχνική γνώση ή αυτοματοποίηση.
Μια βάση σε μετάβαση
Η ελληνική μεταποιητική βάση, αν και περιορισμένη συγκριτικά με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, παρουσιάζει αξιόλογες εξαγωγικές επιδόσεις σε κλάδους όπως τα φαρμακευτικά προϊόντα, τα τρόφιμα και ποτά, τα δομικά υλικά, οι εξοπλισμοί ακριβείας. Ωστόσο, η παραγωγική μας ικανότητα παραμένει σε μεγάλο βαθμό προσανατολισμένη σε πιο παραδοσιακές μορφές παραγωγής.
Οι επιχειρήσεις που επενδύουν σε τεχνολογίες smart manufacturing – αυτοματοποίηση, συστήματα MES, IoT, τεχνητή νοημοσύνη – εξακολουθούν να αποτελούν μειοψηφία. Αυτό οφείλεται σε έναν συνδυασμό παραγόντων: περιορισμένη πρόσβαση σε κεφάλαια (ή πρόχειρη αξιολόγησή τους), χαμηλή εξοικείωση στελεχών με τεχνολογίες αιχμής, αλλά και απουσία πολιτικών στήριξης με μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Εξίσου κρίσιμος είναι και ο ανθρώπινος παράγοντας: η συνεχής απώλεια ικανών νέων στελεχών προς τις αγορές του εξωτερικού.
Η γλώσσα διαμορφώνει στρατηγική
Η γλώσσα με την οποία περιγράφουμε την παραγωγή δεν είναι απλή λεπτομέρεια. Όταν στα εθνικά ή επιχειρηματικά στρατηγικά σχέδια χρησιμοποιείται ο όρος «μεταποίηση», δημιουργείται υποσυνείδητα η εικόνα ενός τομέα που ανήκει περισσότερο στο παρελθόν παρά στο μέλλον. Αντιθέτως, το manufacturing έχει διεθνώς θετική, τεχνολογική και καινοτομική φόρτιση.
Γι’ αυτό και θεωρώ πως έχει έρθει η ώρα για μια εννοιολογική και γλωσσική επανατοποθέτηση. Ίσως αντί για «μεταποίηση», να αρχίσουμε να μιλάμε για «παραγωγή υψηλής προστιθέμενης αξίας», για «βιομηχανική τεχνολογία», για «προηγμένη βιομηχανική παραγωγή». Αν υπήρχε και τρόπος να επαναφέρουμε τη λέξη «εργοστάσιο» στο δημόσιο λόγο – όχι ως φάντασμα του παρελθόντος αλλά ως στοιχείο του αύριο – θα αποκτούσαμε σαφέστερη εικόνα και στρατηγικότερη σκέψη.
Το ίδιο το περιοδικό Manufacturing, άλλωστε, δίνει ήδη τον σωστό τόνο.
Ποια είναι το επόμενα βήματα
Η διάσπαση και η ασάφεια ταυτότητας που περιγράφεται παραπάνω, φαίνεται και από το γεγονός ότι υπάρχουν περισσότεροι από ένας συλλογικοί φορείς που εκπροσωπούν τη βιομηχανική παραγωγή. Για να μπορέσει η Ελλάδα να αξιοποιήσει πραγματικά τις δυνατότητες του σύγχρονου manufacturing, χρειάζεται ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο δράσεων:
- Καθορισμός εθνικής στρατηγικής για τη βιομηχανική και τεχνολογική παραγωγή, με έμφαση στη ρομποτική, την αυτοματοποίηση και τη βιωσιμότητα.
- Αναβάθμιση των τεχνικών και πολυτεχνικών σχολών, ώστε να παράγουν μηχανικούς με επάρκεια στα ψηφιακά εργαλεία της παραγωγής. (Σημειώνεται ότι το 2018 έγινε προσπάθεια διαχωρισμού των επαγγελματικών δικαιωμάτων των Μηχανικών Παραγωγής και Διοίκησης με το ΠΔ99/2018).
- Επαναφορά και θεσμοθέτηση βαθμίδων επαγγελματικής κατάρτισης, που θα εκπαιδεύουν εξειδικευμένους τεχνίτες – ικανούς να ανταποκριθούν στις σύγχρονες ανάγκες εργοστασιακής παραγωγής. Πόσων ετών είναι άραγε ο νεότερος τορναδόρος που γνωρίζετε;
- Γλωσσική και επικοινωνιακή αναθεώρηση, ώστε το manufacturing να συνδεθεί στη δημόσια συνείδηση με την πρόοδο, την καινοτομία και τη στρατηγική αυτοδυναμία. Μακάρι να βρεθεί και ένας όρος στα ελληνικά που να αποδίδει όλα αυτά.
Η βιομηχανία του αύριο
Η μεταποίηση ήταν, είναι και θα είναι σημαντική. Αλλά το manufacturing είναι κάτι περισσότερο: είναι η βιομηχανία του αύριο.
Αν θέλουμε η Ελλάδα να συμμετέχει ισότιμα στη νέα παραγωγική εποχή της Ευρώπης, πρέπει να αναπροσαρμόσουμε όχι μόνο τις υποδομές και τις επενδύσεις μας – αλλά και τον τρόπο που σκεφτόμαστε και μιλάμε για την ίδια την παραγωγή. Και για να παίξουμε λίγο με τις λέξεις: άλλο Βιομήχανος και άλλο Μηχανόβιος.