Τα υπεράκτια αιολικά πάρκα βρίσκονται ένα βήμα πριν να αρχίσουν να αναπτύσσονται στον ελληνικό θαλάσσιο χώρο, ανοίγοντας το δρόμο για την εκμετάλλευση ενός σημαντικού ενεργειακού πόρου.

Tην προηγούμενη δεκαετία, αναδείχθηκε ως η μορφή ενεργειακής παραγωγής με την πιο ραγδαία ανάπτυξη. Πλέον, αναμένεται να παγιωθεί ως ένας από τους σημαντικότερους τρόπους κάλυψης των αυξανόμενων ενεργειακών αναγκών, ενώ στα χρόνια που έρχονται, εκτιμάται ότι κυριολεκτικά θα κυριαρχήσει!

Ο λόγος για τα υπεράκτια αιολικά πάρκα, που αντιστοιχούσαν το 2009 μόλις στο 1% των συνολικών εγκατεστημένων ανεμογεννητριών στην Ευρώπη. Το 2019 όμως, το ποσοστό αυτό εκτινάχθηκε στο 10% και η τάση του παραμένει κάθετα ανοδική. Η ανάπτυξη ανεμογεννητριών στο θαλάσσιο χώρο κερδίζει διαρκώς έδαφος έναντι των άλλων μορφών Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, καθώς έχει αναμφίβολα πλεονεκτήματα, τα οποία οδηγούν στη μεγιστοποίηση των παραγωγικών δυνατοτήτων που έχει το αιολικό δυναμικό. Είτε πακτωμένες στο βυθό, είτε στερεωμένες πάνω σε ιδιαίτερες, πλωτές κατασκευές, οι ανεμογεννήτριες που εγκαθίστανται μερικά χιλιόμετρα μακριά από τις ακτές, μπορούν να αξιοποιήσουν στο έπακρο την ισχύ των ανέμων, οι οποίοι στις θάλασσες πνέουν πολύ πιο δυνατοί, καθότι δεν εμποδίζονται από οποιουσδήποτε γεωλογικούς σχηματισμούς.

Πλέον, αυτή η φιλόδοξη και σύγχρονη τάση ενεργειακής παραγωγής, αναμένεται να λάβει σάρκα και οστά στην Ελλάδα. Η χώρα μας και ειδικά η περιοχή του Αιγαίου, θεωρείται ως μία από τις πιο ιδανικές για τη δημιουργία υπεράκτιων αιολικών πάρκων στον κόσμο.

ΕΙΔΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΡΥΘΜΙΣΗ
Το ελληνικό πλεονέκτημα είναι κλιματικό και γεωγραφικό, καθώς τα λεγόμενα μελτέμια του Αιγαίου κρύβουν μία τεράστια ενεργειακή δυναμική, την οποία οι θαλάσσιες εγκαταστάσεις μπορούν να αξιοποιήσουν σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό, σε σχέση με τις υποδομές της ξηράς. Ήδη από το 2012, ιδιωτικές εταιρείες έχουν αναπτύξει σχέδια για τη δημιουργία τέτοιων ενεργειακών πάρκων σε ουκ ολίγες περιοχές του ελληνικού θαλάσσιου χώρου, ενώ έχουν ξεκινήσει και τη σχετική διαδικασία αδειοδότησης. Παρ’ όλα αυτά, μέχρι στιγμής, τα σχέδια αυτά έχουν μείνει στα χαρτιά, εξαιτίας δύο βασικών λόγων. Ο πρώτος αφορά στα πολλά νομικά και θεσμικά ζητήματα που προκύπτουν από τη δέσμευση των «θαλάσσιων οικοπέδων» για την ανάπτυξη των αιολικών πάρκων. Ο δεύτερος δεν είναι άλλος από το κόστος των εγκαταστάσεων αυτών, σε σχέση με την απόδοσή τους.

Αυτό το πρόβλημα του υψηλού κόστους έχει ήδη περιοριστεί τα τελευταία χρόνια, καθώς η εξέλιξη της τεχνολογίας έχει ρίξει τις τιμές για τη δημιουργία των θαλάσσιων πάρκων, αυξάνοντας παράλληλα και την απόδοση των ανεμογεννητριών. Μάλιστα, τα επόμενα χρόνια, το εμπόδιο του κόστους εκτιμάται ότι πρόκειται να ξεπεραστεί πλήρως, με την τεχνολογική πρόοδο να μετατρέπει τη δημιουργία ενός τέτοιου πάρκου σε πλήρως ελκυστική επένδυση. Όσο για το πρώτο ζήτημα, δηλαδή για τα ρυθμιστικά κενά που υπάρχουν στην χώρα μας, μέσα στους επόμενους μήνες, αναμένονται σημαντικές εξελίξεις.

Όπως απεκάλυψε πρόσφατα η Γενική Γραμματέας Ορυκτών Πόρων του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Αλεξάνδρα Σδούκου, μιλώντας σε σχετική εκδήλωση της Ελληνικής Επιστημονικής Ένωσης Αιολικής Ενέργειες (ΕΛΕΤΑΕΝ), η κυβέρνηση ετοιμάζει ειδική νομοθετική ρύθμιση, η οποία θα λαμβάνει υπόψη τις ευρωπαϊκές κατευθύνσεις, βάσει των οποίων έχει διευκολυνθεί η ανάπτυξη υπεράκτιων ανεμογεννητριών σε πολλές άλλες χώρες μέλη της ΕΕ. Η παρέμβαση της ελληνικής κυβέρνησης θα κινείται σε τρεις βασικούς άξονες: τα θέματα χωροθέτησης και αδειοδότησης, τη διασύνδεση με την ηπειρωτική χώρα και το δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά και τον τρόπο αποζημίωσης των επενδύσεων στα πλωτά αιολικά.

«Πρόκειται για ζητήματα ιδιαίτερα σημαντικά και για τα χερσαία έργα ΑΠΕ, στη θάλασσα όμως καθίστανται ακόμα σημαντικότερα. Το πού θα μπορούν να τοποθετηθούν τα θαλάσσια πάρκα, το πώς και από ποιον θα επιλεγούν οι χώροι, ο τρόπος εκτίμησης του περιβαλλοντικού αντίκτυπου είναι ζητήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν στο στάδιο του σχεδιασμού. Στοχεύουμε σε μια ρύθμιση που θα μεγιστοποιεί τα οφέλη από την εκμετάλλευση του πλουσιότερου δυναμικού ενώ παράλληλα θα εκμηδενίζει τις όποιες αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και θα προλαμβάνει ενδεχόμενες αντιδράσεις», έχει δηλώσει η κα. Σδούκου.

ΑΝΑΠΤΥΞΗ
Η δημιουργία του απαιτούμενου σχετικού νομικού πλαισίου θα επιτρέψει και στην Ελλάδα να βαδίσει στον δρόμο που έχουν ήδη χαράξει αρκετές άλλες χώρες της Ευρώπης και του υπόλοιπου κόσμου. Έως και τον Ιούνιο του 2020, σε όλη την υφήλιο λειτουργούσαν 157 υπεράκτια αιολικά πάρκα, τα 105 από τα οποία βρίσκονται σε ευρωπαϊκά ύδατα, τα 50 στην Ασία και μόλις δύο στις ΗΠΑ. Πρωτοπόρος σε παγκόσμιο επίπεδο είναι η Μεγάλη Βρετανία, με περισσότερα από 10 GW εγκατεστημένης ενεργειακής ισχύος, στη δεύτερη θέση ακολουθεί η Γερμανία με 7,5 GW, ενώ στην τρίτη θέση βρίσκεται η Κίνα, με 6,4 GW. Συνολικά, η εγκατεστημένη ισχύς των υπεράκτιων αιολικών πάρκων φτάνει τα 29,838 GW, ένα επίπεδο, το οποίο μαρτυρά από μόνο τις μεγάλες προοπτικές που υπάρχουν για περαιτέρω ανάπτυξης. Αξίζει απλά να αναφερθεί ότι πριν από 10 χρόνια, το 2010 η παγκόσμια εγκατεστημένη ισχύς των θαλάσσιων πάρκων δεν ξεπερνούσε τα 3,5 GW.

Παράλληλα, ενδεικτικό είναι αυτό που συμβαίνει στην Κίνα. Όπως ισχύει και με αρκετούς τομείς της βιομηχανικής ανάπτυξης, η πολυπληθέστερη χώρα του κόσμου αναμένεται σύντομα να καταλάβει τα πρωτεία και στην θαλάσσια αιολική ενέργεια, καθώς ήδη η Κίνα έχει θέσει σε φάση κατασκευής νέες υπεράκτιες ανεμογεννήτριες συνολικής ισχύος 4,6 GW, τα οποία αντιστοιχούν στο 57% των νέων πάρκων που έχουν ξεκινήσει να δημιουργούνται παγκοσμίως.

Στη χώρα μας, το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, σε συνεργασία με τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας έχει ήδη προτείνει αρκετές περιοχές, στις οποίες θα μπορούσαν να αναπτυχθούν τα υπεράκτια αιολικά. Αυτές είναι οι θαλάσσιες περιοχές της Αλεξανδρούπολης, του Άγιου Ευστράτιου, της Θάσου, της Καρπάθου, της Κέρκυρας, της Κύμης στην Εύβοια, της Λευκάδας, της Λήμνου και της Σαμοθράκης.

Σύμφωνα με τους ειδικούς, ο ελληνικός θαλάσσιος χώρος είναι κάτι παραπάνω από κατάλληλο για την εγκατάσταση υπεράκτιων ανεμογεννητριών. «Η συζήτηση για τις ενεργειακές δυνατότητες των ελληνικών θαλασσών εστιάζεται στις υποθαλάσσιες εξορύξεις και αγωγούς ορυκτών καυσίμων, επενδύσεις που συνεπάγονται σοβαρούς οικονομικούς και περιβαλλοντικούς κινδύνους και δεν ταιριάζουν με το ευρωπαϊκό Green Deal προς την «κλιματική ουδετερότητα» του 2050. Αντίθετα, το ελληνικό υψηλό θαλάσσιο αιολικό δυναμικό δημιουργεί εξαιρετικές δυνατότητες ενεργειακής ανάπτυξης. Σε πολλές θαλάσσιες περιοχές με ισχυρό και σταθερό άνεμο θα μπορούσαν να εγκατασταθούν μεγάλα υπεράκτια αιολικά πάρκα», δηλώνει ο Κίμων Χατζημπίρος, καθηγητής στη Σχολή Πολιτικών Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου.

Όντας ένας από τους πρώτους Έλληνες επιστήμονες που ασχολήθηκαν με το ζήτημα, ο Κίμων Χατζημπίρος διαβλέπει μεγάλες δυνατότητες ανάπτυξης για τις υπεράκτιες ανεμογεννήτριες μέσα στα επόμενα τριάντα χρόνια. «Το παγκόσμιο υπεράκτιο αιολικό δυναμικό είναι τεράστιο. Σταδιακά ωριμάζει η τεχνική δυνατότητα για πλωτές ανεμογεννήτριες, με αγκύρωση σε νερά βάθους πολλών εκατοντάδων μέτρων, που ταιριάζουν στις περισσότερες ελληνικές θάλασσες. Αναμένεται ραγδαία πτώση του κόστους και αλματώδης παγκόσμια ανάπτυξη πλωτών αιολικών πάρκων για την περίοδο 2030-2050.

Δημιουργείται λοιπόν ευκαιρία να αναπτύξει έγκαιρα η Ελλάδα την αναγκαία εφοδιαστική αλυσίδα, που εμπλέκει λιμάνια, ναυπηγεία, βιομηχανίες καλωδίων και τσιμέντου, την αντίστοιχη μελετητική υποδομή και τεχνογνωσία. Τα μελλοντικά πλωτά πάρκα στις ελληνικές θάλασσες πιθανότατα θα έχουν πολλαπλάσια συνολική ισχύ σε σχέση με πάρκα ρηχών νερών. Η μεγάλης κλίμακας αιολική ανάπτυξη του Αιγαίου, θα προσέφερε άφθονο ηλεκτρισμό, πολύτιμο προϊόν εξαγώγιμο προς την Δυτική Ευρώπη, ενώ, παράλληλα, θα ενίσχυε την γεωπολιτική του ασφάλεια και, προφανώς, θα άλλαζε την οικονομική σημασία ζητημάτων ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας», καταλήγει ο ομότιμος καθηγητής του ΕΜΠ.

ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
Στις ίδιες επιστημονικές εκτιμήσεις, προβαίνουν και άλλοι έγκριτοι αναλυτές και οργανισμοί, παγκοσμίως. Στην ΕΕ, εκτιμάται ότι τα αιολικά πάρκα των θαλασσών θα φτάσουν σε ένα επίπεδο ισχύος 150 GW το 2030, με αποτέλεσμα να καλύπτουν το 14% της ζήτησης ηλεκτρισμού για τις χώρες μέλη, δηλαδή παραγωγή 562 TWh. Έως τότε, μέρος αυτής της υπεράκτιας αιολικής ενέργειες έχει μεγάλες πιθανότητες να παράγεται και στην Ελλάδα.

«Το Αιγαίο διαθέτει τον 100% βεβαιωμένο ενεργειακό πλούτο της πατρίδας μας, το αιολικό δυναμικό του. Έως τώρα η Ελληνική πολιτεία έχει διαθέσει τεράστια ποσά και τεράστιο όγκο διπλωματικού κεφαλαίου στην πολιτική έρευνας υδρογονανθράκων. Ακόμα και αν κάποτε βρεθούν υδρογονάνθρακες και αν αυτοί δικαιολογούν οικονομικά την εξόρυξή τους, τότε η εκμετάλλευσή τους θα ξεκινήσει σε πάνω από 10-15 έτη», τονίζει ο πρόεδρος του ΕΛΕΤΑΕΝ, Παναγιώτης Λαδακάκος, εξηγώντας και τον τρόπο που μπορεί να γίνει αυτή η ανάπτυξη και στην Ελλάδα. «Το αιολικό δυναμικό του Αιγαίου, χερσαίο και θαλάσσιο, μπορεί να αξιοποιηθεί ήδη από τώρα. Βεβαίως με σαφώς μικρότερες και κυρίως απολύτως προβλέψιμες επιπτώσεις στο περιβάλλον, τον τουρισμό και τις ανθρώπινες δραστηριότητες, που μπορεί να ελαχιστοποιηθούν με προσεκτική επιλογή των θέσεων εγκατάστασης. Η Ελλάδα μπορεί να φιλοξενήσει μεγάλες επενδύσεις σε θαλάσσια αιολικά πάρκα.

Η μαζική ανάπτυξη θα έλθει κυρίως με πλωτές ανεμογεννήτριες που είναι κατάλληλες για τα μεγάλα βάθη των ελληνικών θαλασσών. Αυτό είναι πλέον εφικτό, διότι η τεχνολογία έχει εξελιχθεί και το κόστος έχει πέσει πολύ και συνεχίζει να μειώνεται. Θα υπάρχουν φυσικά και κάποιες θαλάσσιες θέσεις χαμηλού βάθους, που είναι κατάλληλες για αιολικά πάρκα πακτωμένα στον πυθμένα. Η ΕΛΕΤΑΕΝ εκπονεί αυτή την περίοδο ειδική μελέτη, σε συνεργασία με τον Νορβηγική ΕΛΕΤΑΕΝ, το ΚΑΠΕ και ειδικούς επιστήμονες για να προτείνει ένα ολοκληρωμένο θεσμικό πλαίσιο για τη θαλάσσια αιολική ενέργεια», προσθέτει ο κ. Λαδακάκος, ο οποίος τάσσεται υπέρ της λύσης των πλωτών ανεμογεννητριών, έναντι των πακτωμένων στον βυθό. Σε αυτήν την επιλογή, ενδέχεται να βρίσκεται και το «κλειδί» για την ανάπτυξη των υπεράκτιων αιολικών στην χώρα μας.

Ο θαλάσσιος χώρος της Ελλάδας χαρακτηρίζεται από μεγάλα βάθη και έναν βυθό με πολύ ανώμαλο ανάγλυφο. Τα χαρακτηριστικά αυτά δεν ενδείκνυνται για την εγκατάσταση ανεμογεννητριών με τσιμεντένιες βάσεις στον βυθό, όπως δηλαδή έχει γίνει σε την Βρετανία ή τη Δανία. Ούτως ή άλλως όμως, η μεγάλη ναυτιλιακή κίνηση που υπάρχει στη χώρα μας, ο τουρισμός και η ανεπτυγμένη αλιεία δεν ευνοούν τη συγκριτικά φθηνότερη λύση των πακτωμένων ανεμογεννητριών. Έτσι, αυτός ο νέος ενεργειακός πόρος μπορεί να αξιοποιηθεί στη χώρα μας μέσω των πλωτών ανεμογεννητριών. Πρόκειται για εγκαταστάσεις που δεν επηρεάζουν καθόλου το περιβάλλον των θαλασσών καθώς σταθεροποιούνται ακριβώς όπως τα καράβια, με την απλή χρήση μιας άγκυρας. Αυτό τους επιτρέπει να αποσυναρμολογηθούν εύκολα, ή ακόμα και να μεταφερθούν σε άλλο θαλάσσιο σημείο, αν αυτό κριθεί απαραίτητο.

Αυτό που εμποδίζει μέχρι στιγμής τη δημιουργία των πλωτών πάρκων είναι το υψηλό τους κόστος. Όπως προαναφέρθηκε όμως, η ιστορία της ανάπτυξης των ΑΠΕ έχει δείξει ότι η εξέλιξη της τεχνολογίας, πάντα ρίχνει τις τιμές. Σήμερα, υπολογίζεται ότι απαιτούνται περίπου 180 ευρώ για να παραχθεί μία μεγαβατώρα ενέργειας από πλωτή ανεμογεννήτρια. Πρόσφατη μελέτη που έγινε για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προβλέπει ότι το κόστος ηλεκτρικής ενέργειας από πλωτά αιολικά στην Ελλάδα θα είναι 76 ευρώ/MWh το 2030 και θα υποχωρήσει στα 46 ευρώ/MWh το 2050. Η ίδια μελέτη υπολογίζει το διαθέσιμο θαλάσσιο δυναμικό για πλωτά αιολικά στην Ελλάδα στα 263 GW. Συνεπώς, η ανάπτυξη των πλωτών αιολικών πάρκων στη χώρα μας έχει απόλυτη επιχειρηματική λογική.