Τα διδάγματα του σήμερα, όπως αποτυπώνονται στα ελισσόμενα εξαγωγικά μοντέλα που υιοθέτησαν ελληνικές επιχειρήσεις, μπορούν να αποτελέσουν «πυξίδα» για τη βιομηχανία του αύριο.
Η μετάβαση της ελληνικής βιομηχανίας στη νέα ψηφιακή και πράσινη εποχή απαιτεί αυτό που η αγορά περιγράφει ως εξωστρέφεια. Πρόκειται για ένα όρο «ομπρέλα» που περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τον κρίσιμο, τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και για την ελληνική οικονομία, τομέα των εξαγωγών.
Η φράση «έξω πάμε καλά», που σε κάποιες περιπτώσεις στηλιτεύει τα κακώς κείμενα της χώρας, στην περίπτωση των εξαγωγών θα μπορούσε να ερμηνευθεί κυριολεκτικά, αφού η ευελιξία που δείχνουν οι σύγχρονες βιομηχανικές επιχειρήσεις στο εξαγωγικό τους μοντέλο, εν μέσω πρωτοφανών δυσκολιών, είναι αξιοσημείωτη.
Μετά από μια οξεία και παρατεταμένη κρίση, ο ελληνικός μεταποιητικός τομέας, όπως εξηγεί ο Πρόεδρος του ΣΕΒΕ – Σύνδεσμος Εξαγωγέων, Συμεών Διαμαντίδης, παρουσιάζει μια σταθερή τάση για ανάκαμψη το τελευταίο διάστημα με συνεχή και ισχυρή άνοδο των νέων παραγγελιών και αύξηση της παραγωγής.
Το συνολικό αποτύπωμα και η πολλαπλασιαστική επίδρασή του στην ελληνική οικονομία παραμένει ισχυρή, με τη ζήτηση των ξένων πελατών να ενισχύεται όλο και περισσότερο.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της έρευνας PMI από την S&P Global, τον Φεβρουάριο του 2024 οι νέες παραγγελίες για εξαγωγές αυξήθηκαν για πέμπτο συνεχή μήνα που ήταν και ο εντονότερος που έχει καταγραφεί τα τελευταία σχεδόν δυόμισι έτη, ενώ η ζήτηση στην Ευρώπη, την Ασία και τη Μέση Ανατολή ήταν αυτή που προκάλεσε την άνοδο των νέων πωλήσεων στο εξωτερικό.
Ανάγκη προσαρμογής σε ένα ρευστό κόσμο
Ταυτόχρονα όμως, οι ελληνικές εξαγωγικές μεταποιητικές εταιρείες αντιμετωπίζουν, σύμφωνα με τον κ. Διαμαντίδη και σημαντικές προκλήσεις, αντανακλώντας τόσο τις εγχώριες όσο και τις διεθνείς πιέσεις. Η αστάθεια στο διεθνές περιβάλλον, τα ζητήματα του κόστους παραγωγής με το κόστος εργασίας και το ενεργειακό κόστος να επηρεάζουν τον ανταγωνισμό στην τιμή, το ζήτημα των υποδομών με τις καθυστερήσεις στον τομέα της εφοδιαστικής αλυσίδας αλλά και το ζήτημα της χρηματοδότησης να αποτελούν τις μεγαλύτερες ανησυχίες που αντιμετωπίζει ο κλάδος σήμερα, έχουν σαν αποτέλεσμα να μην αξιοποιείται πλήρως το δυναμικό του κλάδου και να μην διευρύνεται διεθνώς.
«Στο ΣΕΒΕ τονίζουμε συνεχώς πως η αποτελεσματική εφοδιαστική είναι η βάση της εξαγωγικής δραστηριότητας, ενώ δίνουμε μεγάλη έμφαση και στην επένδυση σε σύγχρονες τεχνολογίες και διαδικασίες που κρίνονται απαραίτητες, έτσι ώστε να παραμείνουμε ανταγωνιστικοί.
Ενώ η Ελλάδα έχει κάνει βήματα για τη βελτίωση των δικτύων μεταφορών και logistics, οι περιορισμοί που παραμένουν στις υποδομές όπως η συμφόρηση των λιμανιών, τα ανεπαρκή οδικά δίκτυα και οι περιορισμένες εγκαταστάσεις logistics παρεμποδίζουν την έγκαιρη παράδοση των αγαθών στις διεθνείς αγορές» υπογραμμίζει ο κ. Διαμαντίδης.
Επιπλέον, όπως κάνει σαφές, οι εξελίξεις στην τεχνολογία, προσφέρουν πληθώρα ευκαιριών για βελτίωση της παραγωγικότητας και μείωση του κόστους, ενώ η συνεχής προσαρμογή σε αυτές τις μεταβαλλόμενες δυναμικές είναι απαραίτητη εάν θέλουμε να διατηρήσουμε και να αυξήσουμε τη θέση μας στις διεθνείς αγορές.
Αρπάζοντας την ευκαιρία
Η πράσινη και ψηφιακή μετάβαση και καινοτομία είναι αναγκαία για την ελληνική βιομηχανία. Σύμφωνα με τον κ. Διαμαντίδη, στόχος του ΣΕΒΕ είναι η επένδυση των επιχειρήσεών μας σε βιώσιμες πρακτικές, με φιλικά προς το περιβάλλον προϊόντα, τα οποία θα αποκτήσουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στις ξένες αγορές. Η αντιμετώπιση των προκλήσεων απαιτεί συντονισμένες προσπάθειες τόσο από την πλευρά της κυβέρνησης όσο και από τον ιδιωτικό τομέα. «Με επίκεντρο τις επενδύσεις σε υποδομές και την υποστήριξη για την υιοθέτηση της τεχνολογικής καινοτομίας θα πετύχουμε την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών εξαγωγικών εταιρειών. Ένας από τους στόχους του ΣΕΒΕ είναι να βοηθήσουμε και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις να εξάγουν περισσότερα αφού το 80% των εξαγωγών γίνεται από το 20% των επιχειρήσεων, των μεγάλων επιχειρήσεων δηλαδή» προσθέτει.
Υπάρχουν πολλά υποσχόμενες ευκαιρίες στις αναδυόμενες αγορές και μέσω της υιοθέτησης βιώσιμων πρακτικών και προηγμένων τεχνολογιών οι ευκαιρίες αυτές εντείνονται, προσφέροντας μια ισχυρότερη θέση για την Ελλάδα στην παγκόσμια οικονομία στον τομέα της μεταποίησης. Σύμφωνα με τον κ. Διαμαντίδη οι χώρες της Αφρικής, της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής βιώνουν ταχεία οικονομική ανάπτυξη, οδηγώντας σε αυξημένη ζήτηση για ένα ευρύ φάσμα αγαθών, από καταναλωτικά προϊόντα έως βιομηχανικά προϊόντα.
«Αυτές οι αγορές προσφέρουν στις ελληνικές εταιρείες την ευκαιρία να διαφοροποιήσουν την πελατειακή τους βάση και να μειώσουν την εξάρτησή τους από τις παραδοσιακές ευρωπαϊκές αγορές» καταλήγει.
Από την Ακρόπολη ως την Ινδία κι από την Εύβοια στο Μεξικό
Αυτή ακριβώς η διαφοροποίηση αλλά κι η ευελιξία είναι το κοινό γνώρισμα μερικών από τα πιο επιτυχημένα cases ελληνικών επιχειρήσεων με ισχυρό εξαγωγικό αποτύπωμα.
Μια αξιοσημείωτη περίπτωση ανθεκτικότητας στον εξαγωγικό στίβο είναι αυτή της Ικτίνος, η οποία αντιστάθμισε μέρος των απωλειών της από την αγορά της Κίνας, επιτυγχάνοντας τριπλασιασμό των εξαγωγών της σε αγορές, όπως η Ινδία, η Αίγυπτος και η Τυνησία. Η Αναπληρώτρια Διευθύνουσα Σύμβουλος της εταιρείας Ιουλία Χαϊδά εξηγεί πώς η εταιρεία της κατάφερε να επιδείξει τόσο γρήγορα αντανακλαστικά.
«Ως Ικτίνος είχαμε διαχρονικά εξαγωγικό προσανατολισμό, ο οποίος κορυφώθηκε την περίοδο της οικονομικής κρίσης, προκειμένου να ανταπεξέλθουμε στη δύσκολη κατάσταση που επικρατούσε στην ελληνική αγορά. Συνεπώς, τα στελέχη της εταιρείας διαθέτουν την απαιτούμενη εμπειρία, για να ανταπεξέλθουν ως αποτελεσματικοί πωλητές σε ξένες αγορές, ακόμα και σε αυτές στις οποίες δεν είχαμε έντονη δραστηριότητα, όπως οι προαναφερόμενες» σημειώνει.
Σύμφωνα με την κα Χαϊδά, είναι απαραίτητο να συνεκτιμηθεί και η εξαιρετική ποιότητα, αλλά και η μεγάλη ποικιλία των μαρμάρων που προέρχονται από λατομεία της εταιρείας, δύο στοιχεία που παρέχουν, όπως σημειώνει, ένα σημαντικό συγκριτικό πλεονέκτημα.
«Για να γίνω πιο συγκεκριμένη, όταν μπορείς να διαθέσεις στη διεθνή αγορά το μοναδικής ομορφιάς λευκό μάρμαρο που εξορύσσουμε από τα λατομεία μας στο Βώλακα, ή την Χρυσή Αράχνη από το λατομείο μας στην Καβάλα, προφανώς δεν χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια για να πείσεις ενδιαφερόμενους αγοραστές. Περισσότερο από όλα όμως, ας αναλογιστούμε και το πόσο δυνατό brand name έχει το ελληνικό μάρμαρο στις διεθνείς αγορές, με τον Παρθενώνα ως τον καλύτερο πρεσβευτή του. Συμπερασματικά, για να πετύχουμε αυτόν τον τριπλασιασμό των εξαγωγών, χρειάστηκε απλώς να εστιάσουμε στις συγκεκριμένες αγορές, καθώς έχουμε εξαιρετικό προϊόν, δοκιμασμένες εταιρικές και εξαγωγικές διαδικασίες, αλλά και έμπειρους και ικανούς ανθρώπους» καταλήγει η κα Χαιδά.
Παράλληλα, ο κλάδος των τροφίμων και ποτών παρουσιάζει σταθερή ανάπτυξη και έχει καταφέρει να διατηρήσει τη δυναμική του ακόμη και σε περιόδους οικονομικής κρίσης, χάρη στην υψηλή ποιότητα των ελληνικών προϊόντων και τη ζήτηση τους στις διεθνείς αγορές.
Εξάλλου, αυτό το πλεονέκτημα δείχνει να γνωρίζει καλά κι η διοίκηση της εταιρείας Paliria, της οποίας τα προϊόντα ξεκίνησαν το εκτός συνόρων ταξίδι τους το 1974, αρχής γενομένης από την Αμερική. Σήμερα τα γνωστά ντολμαδάκια της αλλά και δεκάδες άλλοι κωδικοί της έχουν παρουσία σε πάνω από 60 χώρες με τις εξαγωγές να ξεπερνούν τους 24.000 τόνους σε χώρες όπως η Κίνα, οι ΗΠΑ, η Σαουδική Αραβία και το Μεξικό. Μάλιστα, η επιτυχία των προϊόντων της στο εξωτερικό είναι τέτοια που εκτός των δύο παραγωγικών μονάδων που διαθέτει στην Ελλάδα, μετά και την πρόσφατη εξαγορά βιομηχανίας παραγωγής προϊόντων ζύμης, Τσαμπάσης Α.Ε. στην Αργολίδα, διαθέτει ακόμη πέντε παραγωγικές εγκαταστάσεις και συγκεκριμένα δύο στη Βουλγαρία, δύο στην Κίνα, μία στην Ιορδανία.