Τις δυνητικές επιδράσεις από τη σύγκλιση του φορολογικού πλαισίου που διέπει τα αλκοολούχα ποτά στην Ελλάδα με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, εξετάζει η νέα μελέτη του ΙΟΒΕ με τίτλο «Οικονομικές επιδράσεις από τη μείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα αλκοολούχα ποτά». Σύμφωνα με τη μελέτη του ΙΟΒΕ, η Ελλάδα έχει τον υψηλότερο συντελεστή ΕΦΚ αλκοολούχων ποτών ανάμεσα στις χώρες της ΕΕ-27 και υπερδιπλάσιο από τον μέσο όρο γειτονικών και τουριστικά ανταγωνιστικών χωρών. Η υψηλή φορολόγηση έχει αρνητικές επιπτώσεις τόσο στην εγχώρια αγορά, αυξάνοντας τα κίνητρα παράνομου εμπορίου, όσο και στο τουριστικό προϊόν, μειώνοντας την ανταγωνιστικότητά του.

Οι φόροι μπορεί να αντιπροσωπεύουν πάνω από το ήμισυ (55,1%) της τελικής λιανικής τιμής ενός αλκοολούχου ποτού. Στη μελέτη εκτιμήθηκε ότι οι συνολικές απώλειες φορολογικών εσόδων από το παράνομο εμπόριο αλκοολούχων ποτών ανέρχονται σε περίπου €70 εκατ., χωρίς να υπολογίζονται οι απώλειες από το προϊόν των διήμερων αποσταγματοποιών. Αναφορικά με το προϊόν απόσταξης των διήμερων αποσταγματοποιών, οι απώλειες από ΕΦΚ εκτιμώνται σε έως και €90 εκατ., καθώς στο συγκεκριμένο προϊόν, αξιοποιώντας το χαμηλό καθεστώς φορολόγησης, διοχετεύονται στην αγορά πολλαπλάσιες ποσότητες για εμπορική χρήση.

Συνεπώς, ο περιορισμός του παράνομου εμπορίου αλκοολούχων ποτών, με αναπροσαρμογή του φορολογικού πλαισίου και συντονισμένους ελέγχους στην αγορά, εκτιμάται ότι θα αποφέρει πολλαπλασιαστικά οφέλη στα φορολογικά έσοδα, στη δημόσια υγεία, στη βιωσιμότητα πολλών επιχειρήσεων και στην απασχόληση. Ενδεικτικά, στη μελέτη εκτιμήθηκε ότι μια ενδεχόμενη μείωση του παράνομου εμπορίου κατά 20% θα οδηγούσε σε περίπου €30 εκατ. επιπλέον φορολογικά έσοδα από ΕΦΚ και ΦΠΑ ετησίως.