Η επαναφορά στην κανονικότητα (που τόσο προσδοκούμε αυτές τις ταραγμένες ημέρες) ίσως φαντάζει για πολλούς επιστροφή σε γνωστά λειτουργικά και επιχειρηματικά μοντέλα. Το παρελθόν δημιουργεί ένα αίσθημα ασφάλειας και είναι αναπόφευκτο κάποιοι να καταφεύγουν σε αυτό, όταν το μέλλον τρομάζει και ανησυχεί. Εντούτοις, η αλήθεια που κρύβεται στον παρόν βρίσκει πάντα τρόπο να επιβάλλεται και η ψηφιακή επανάσταση είναι μια πραγματικότητα που δεν μπορούμε ούτε και πρέπει να αγνοήσουμε. Το βιομηχανικό περιβάλλον γίνεται ολοένα και πιο ανταγωνιστικό. Η ενεργειακή κρίση, η ανάγκη για περιβαλλοντική προστασία, οι αναταράξεις σε όλες σχεδόν τις εφοδιαστικές αλυσίδες, η ζήτηση για εξατομικευμένα προϊόντα είναι μερικοί μόνο από τους παράγοντες που σκιαγραφούν το σημερινό τοπίο και αποτελούν τη «νέα κανονικότητα». Για να αντιμετωπίσουν τις ολοένα και αυξανόμενες προκλήσεις, οι εταιρείες καλούνται να αναπτύξουν ένα ολοκληρωμένο (και συχνά ψηφιακό) όραμα για το πώς θα δραστηριοποιηθούν στη νέα εποχή.

Συχνά, γίνεται λόγος για τις νέες τεχνολογίες αιχμής που οδηγούν σε αυτό που είναι ευρέως γνωστό ως “digital disruption” και περιγράφει την 4η Βιομηχανική Επανάσταση. Χρησιμοποιούμε μάλιστα τον όρο «επανάσταση» για να τονίσουμε το χάσμα ανάμεσα στις εταιρείες που θα προχωρήσουν σε αυτό το ψηφιακό άλμα, σε σχέση με εκείνες που θα μείνουν πίσω.

Στον πυρήνα της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης βρίσκεται το «Έξυπνο Εργοστάσιο» (Smart Factory), ενώ οι βασικοί της στόχοι μπορούν να περιγραφούν στους ακόλουθους τρεις άξονες:
• Ελαχιστοποίηση του χρόνου μεταξύ της εμφάνισης ενός γεγονότος και της ανάληψης δράσης για την αντιμετώπιση/διαχείριση του.
• Ενοποίηση (integration) των λειτουργιών προμηθειών, παραγωγής, πώλησης, διανομής και εξυπηρέτησης πελατών.
• Δημιουργία νέων επιχειρηματικών μοντέλων και εκμετάλλευση καινούριων δεξαμενών αξίας (value pools).

Θα πρέπει βέβαια να σημειωθεί ότι οι επιχειρήσεις στοχεύουν στην αύξηση της λειτουργικής αποδοτικότητας των βιομηχανικών τους μονάδων, στη βελτίωση της εμπειρίας των πελατών τους και στη συμμετοχή σε διασυνδεδεμένες εφοδιαστικές αλυσίδες πολύ πριν ξεκινήσει η συζήτηση για την διασύνδεση του «φυσικού» και του «ψηφιακού» κόσμου σε αυτό που αποκαλούμε Βιομηχανία 4.0 (Industry 4.0). Για παράδειγμα, η Λιτή Παραγωγή (Lean Manufacturing) αποτελεί τη βάση (foundation) σχεδόν όλων των παραδοσιακών προγραμμάτων Βιομηχανικής Αριστείας που ακολουθούν εδώ και αρκετά χρόνια οι επιχειρήσεις για να μπορέσουν να επιτύχουν βιώσιμη ανάπτυξη και κερδοφορία. Θα μπορούσαμε μάλιστα να ισχυριστούμε ότι το «Έξυπνο Εργοστάσιο» αποτελεί ένα προηγμένο στάδιο εξέλιξης μιας βιομηχανικής μονάδας που έχει υιοθετήσει με επιτυχία τις αρχές της Λιτής Παραγωγής.

Το lean manufacturing ενισχύει την έλευση του Smart Factory
Δεν είναι άλλωστε τυχαίο πως οι μεγάλοι πολυεθνικοί οργανισμοί που μετασχηματίζουν τις βιομηχανικές τους μονάδες σε Smart Factories έχουν ήδη δεκαετίες εμπειρίας στην υλοποίηση προγραμμάτων Lean Manufacturing. Οι ονομασίες αυτών των προγραμμάτων μπορεί να ποικίλουν (π.χ. Zero Loss, Continuous Improvement, World Class Manufacturing, Integrated Work Systems) αλλά όλα διέπονται από τις ίδιες αρχές, ενώ στηρίζουν το toolbox τους στα παραδοσιακά εργαλεία της Λιτής Παραγωγής έτσι όπως χρησιμοποιήθηκαν στο σύστημα παραγωγής της Toyota (Toyota Production System).

Φαίνεται λοιπόν πως παρόλο που δεν υπάρχει μια μοναδική πορεία προς την υλοποίηση ενός «Έξυπνου Εργοστασίου» η Λιτή Παραγωγή μπορεί να αποτελεί αξιόπιστη πυξίδα. Ένας οργανισμός που διαθέτει επιτυχημένη εμπειρία σε προγράμματα Λιτής Παραγωγής γνωρίζει πως να χαράζει και να υλοποιεί στρατηγικές και μπορεί να ευθυγραμμίζει τους μακροπρόθεσμους στόχους της ανώτερης ηγεσίας με την καθημερινή εργασία στο shop floor. Μέσω κλασσικών εργαλείων του Lean -όπως είναι το Hoshin Kanri (Policy Deployment)- έχει χτίσει την ικανότητα να χαράζει στρατηγικές, να διασφαλίζει την δέσμευση της ανώτερης ηγεσίας, να τις επικοινωνεί συστηματικά και ολοκληρωμένα προς το προσωπικό, να δημιουργεί αναλυτικούς οδικούς χάρτες (road map) που περιγράφουν τα βήματα υλοποίησης και τους μηχανισμούς παρακολούθησης των αποτελεσμάτων.

Ένας οργανισμός που έχει επιτυχημένη εμπειρία σε προγράμματα Λιτής Παραγωγής γνωρίζει πώς να επιτυγχάνει Οργανωσιακή Αποτελεσματικότητα (Organizational Effectiveness), πώς να ευθυγραμμίζει δηλαδή την Κουλτούρα (Culture), την Οργανωτική Δομή (Structure), τις Διαδικασίες (Processes), το Ανθρώπινο Δυναμικό (People), το σύστημα Αξιολόγησης & Ανταμοιβής (Rewards & Recognition) με σκοπό την επιτυχημένη υλοποίηση της Στρατηγικής του. Γνωρίζει επίσης πώς να αναπτύσσει διαρκώς τους εργαζόμενους του και να καλλιεργεί τις απαιτούμενες δεξιότητες, ενώ έχει ενστερνιστεί τη φιλοσοφία της συνεχούς βελτίωσης (Kaizen) και της αποδοχής της αλλαγής.

Σε τεχνικό επίπεδο, ένας οργανισμός που έχει επιτυχημένη εμπειρία σε προγράμματα Λιτής Παραγωγής έχει δημιουργήσει ένα καλά οργανωμένο σύστημα συντήρησης -με βάση τα εργαλεία και τις αρχές του Total Productive Maintenance (TPM)- και έχει ενισχύσει την αποκέντρωση της λήψης αποφάσεων (decision making) με Αυτόνομες Ομάδες Συντήρησης (AM). Ακολουθώντας τις αρχές του JIDOKA έχει θέσει τις βάσεις για προηγμένα συστήματα Διασφάλισης Ποιότητας, ενώ έχει δημιουργήσει συστήματα Just in Time (JIT) που μπορούν να υποστηρίξουν μια διασυνδεδεμένη εφοδιαστική αλυσίδα.

Ίσως το σημαντικότερο όφελος για έναν οργανισμό που έχει εμπλακεί σε ένα πρόγραμμα Λιτής Παραγωγής είναι το γεγονός ότι έχει ήδη μια αξιοσημείωτη εμπειρία ενός δύσκολου μετασχηματισμού. Έχει καλλιεργήσει την ικανότητα να αξιολογεί την υφιστάμενη ετοιμότητα και ωριμότητα του (maturity assessment), καθώς και να αναλύει την απόσταση που τον χωρίζει από την επιθυμητή κατάσταση (gap analysis). Τέλος, έχοντας καλλιεργήσει την ικανότητα να εντοπίζει τις απώλειες και τα κύρια προβλήματα που αντιμετωπίζει (loss analysis), όπως επίσης και τις ευκαιρίες βελτίωσης και τα οφέλη που μπορεί να προσδοκά, είναι σε θέση να διενεργεί με επιτυχία αναλύσεις κόστους/οφέλους (cost-benefit analysis) και να ιεραρχεί αποτελεσματικά τις βελτιωτικές ενέργειες που πρέπει να υλοποιήσει.

Για την Ελληνική βιομηχανία (που ένα μεγάλο μέρος της δεν εξοικειώθηκε ποτέ με τη φιλοσοφία, τις τεχνικές και τα εργαλεία της Λιτής Παραγωγής) τίθεται συχνά το ερώτημα πως θα καταφέρει να κάνει το άλμα προς τον ψηφιακό μετασχηματισμό χωρίς να έχει καλλιεργήσει βασικές αρχές Βιομηχανικής Αριστείας. Η αγωνία που προκύπτει από αυτό το ερώτημα είναι εύλογη. Το μόνο σίγουρο είναι πως δεν πρέπει να χαθεί και αυτή η ευκαιρία. Αυτό που απαιτείται είναι σκληρή δουλειά για να αναπληρωθεί ο χρόνος που έχει ήδη χαθεί και να ανατραπεί το δυσμενές σημείο εκκίνησης. Θα πρέπει να ενοποιηθούν οι βασικές αρχές και τα εργαλεία της Λιτής Παραγωγής με τις νέες τεχνολογίες αιχμής κάτω από την κοινή ομπρέλα ενός προηγμένου προγράμματος Βιομηχανικής Αριστείας. Ο Ψηφιακός Μετασχηματισμός εξάλλου δεν είναι παρά ένα κομμάτι της αέναης διαδικασίας που επιτρέπει στις επιχειρήσεις να συνεχίζουν να βελτιώνονται.

Η 4η Βιομηχανική Επανάσταση σηματοδοτεί μια νέα εποχή για τις επιχειρήσεις και για τους εργαζόμενους. Μεγάλο μέρος των απαντήσεων στις σημερινές προκλήσεις θα δοθεί μέσα από συνεργασίες και οικοσυστήματα. Ο ρόλος της Ακαδημαϊκής κοινότητας στην προσπάθεια αναβάθμισης των γνώσεων, των δεξιοτήτων και των ικανοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού της Ελληνικής βιομηχανίας οφείλει να είναι ουσιαστικός, προσφέροντας αποδοτική κατάρτιση μέσω της οποίας θα προωθηθούν τελικά βασικές αρχές και εργαλεία Βιομηχανικής Αριστείας που θα διασφαλίσουν την επιτυχημένη μετάβαση των Ελληνικών επιχειρήσεων στη Βιομηχανία 4.0.