Ανθεκτικότητα στη θαλάσσια εφοδιαστική, ένα στοίχημα που πρέπει να κερδηθει Τα τελευταία χρόνια βιώσαμε και βιώνουμε,μία πραγματικότητα ολότελα διαφορετική μέσα από την οποία έγινε ξεκάθαρο ότι η ανθεκτικότητα της θαλάσσιας εφοδιαστικής αλυσίδας είναι ένα μείζον θέμα που θα πρέπει να τύχει μεγάλης προσοχής. Χαρακτηριστικά παραδείγματα οι περιορισμοί που έθεσε η Κίνα λόγω της αύξησης κρουσμάτων κορονοϊού, αλλά και οι αναταράξεις του πολέμου Ρωσίας – Ουκρανίας. Σαφώς, πέραν των περιορισμών είχαμε και ταυτόχρονη αύξηση της ζήτησης καταναλωτικών αγαθών, κάτι που πυροδότησε ξανά το φαινόμενο των καθυστερήσεων στα λιμάνια, όπου είδαμε εμπορευματικούς σταθμούς σε ΕΕ και ΗΠΑ σε οριακό σημείο, παρουσιάζοντας ευαισθησία στις πιέσεις των αυξανόμενων εμπορευματικών ροών.
Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, η Ναυτιλία έχει τέτοιο μέγεθος που δεν μπορούν να εφαρμοστούν σ’ όλες τις επιμέρους αγορές της τα ίδια προστατευτικά μέτρα. Για παράδειγμα οι πιέσεις του πολέμου Ρωσίας – Ουκρανίας ήταν τόσο μεγάλες που η Ναυτιλία Μικρών αποστάσεων, λόγω των κυρώσεων που επιβλήθηκαν, κλήθηκε να αναθεωρήσει σε σημαντικό βαθμό τον τρόπο λειτουργίας της.
Πέραν της Ναυτιλίας μικρών αποστάσεων, έχουμε στο σύνολο της Ναυτιλίας προβλήματα για δυνατούς λύτες. Μερικά παραδείγματα, αρχικά όσον αφορά την αγορά των εμπορευματοκιβωτίων είχαμε ιστορικά υψηλά στους ναύλους το πρώτο εξάμηνο του 22 στην spot αγορά, σε συνδυασμό με καθυστερήσεις λόγω της αυξημένης κίνησης των πλοίων στα terminals. Στην πορεία του έτους τόσο οι τιμές των ναύλων όσο και οι καθυστερήσεις βελτιώθηκαν, φτάνοντας σταδιακά σε προ covid δεδομένα. Ωστόσο σε άλλες αγορές δεν ισχύει το ίδιο, χαρακτηριστικό παραδείγματα τα φορτηγά, όπου οι ναύλοι είναι υψηλοί και μετά την περίοδο της πανδημίας και εν μέρει αυτό οφείλεται και στον πόλεμο στην Ουκρανία. Επίσης και στην περίπτωση των δεξαμενόπλοιων έχουμε μία αντίστοιχη εικόνα ναύλων, λόγο της ενεργειακής κρίσης. Ενεργειακή κρίση και επισιτιστικό είναι δύο θέματα τα οποία η θαλάσσια εφοδιαστική καλείται να αντιμετωπίσει, σε συνδυασμό με τις αυξανόμενες πληθωριστικές πιέσεις.
Όλα τα προαναφερόμενα σε συνδυασμό με το αυστηρό νομοθετικό πλαίσιο που επιβάλει γρήγορη απομοίωση του ανθρακικού αποτυπώματος, μέχρι να φτάσουμε στη Ναυτιλία μηδενικών ρύπων, δημιουργούν συνθήκες ασφυξίας στη θαλάσσια εφοδιαστική. Γίνεται λοιπόν ολοένα και πιο ξεκάθαρο ότι απαιτούνται γενναίες επενδύσεις σε συνδυασμό με ριζικές αλλαγές διαχείρισης, αλλά και την ανάλογη πολιτική βούληση. Παρατηρούμε τα τελευταία χρόνια να συντελούνται μεγάλες αλλαγές, για παράδειγμα στην αγορά των εμπορευματοκιβωτίων όπου υπήρξε κεντρική οριζόντια ενοποίηση, μέσω επιθετικών εξαγορών και συγχωνεύσεων.
Παράλληλα έγιναν συνδυαστικές κινήσεις από μεγάλους παραδοσιακούς «παίχτες» που πλέον δραστηριοποιούνται και στην αγορά του aviation logistics. Οι κινήσεις ωστόσο δεν εξαντλούνται εκεί, καθώς οι ναυτιλιακές εταιρείες μέσω εξαγορών γίνονται πλέον και logistics providers, μέχρι και το last mile. Μία τέτοια κίνηση είδαμε να υλοποιείται πριν λίγες ημέρες και εντός των ελληνικών συνόρων! Στη συνέχεια και όσον αφορά τους ρύπους η Ναυτιλία θωρακίζεται μέσω της έρευνας για τα εναλλακτικά καύσιμα, σε μία προσπάθεια για μία πιο πράσινη Ναυτιλία αρχικά και στη συνέχεια στόχος είναι η Ναυτιλία μηδενικών ρύπων. Παράλληλα θα πρέπει να ενισχύσουμε την ανάπτυξη και βελτίωση των υποδομών σε επίπεδο λιμένων. Μιλώντας για τη χώρα μας, το διευρωπαϊκό δίκτυο μεταφοράς και συγκεκριμένα τα λιμάνια που εντάχθηκαν στο TEN-T, αποτελούν μία μεγάλη ευκαιρία περαιτέρω ανάπτυξης και ενίσχυσης της ανθεκτικότητας της θαλάσσιας εφοδιαστικής. Παρατηρούμε ότι το θέμα της ανθεκτικότητας είναι ιδιαιτέρως περίπλοκο, για μία βιομηχανία που διακινεί το 90% του παγκόσμιου εμπορίου και είναι σημαντικό να του δοθεί η προσοχή που του πρέπει. Το μέλλον μένει να δείξει, σε συνδυασμό με τις αποφάσεις που λαμβάνονται στο παρόν, για το πόσο έτοιμοι είμαστε σαν κλάδος να διαχειριστούμε την κοσμογονία αλλαγών που συντελείται τα τελευταία χρόνια.