Bάσει στατιστικών στοιχείων της Εurostat έτους 2021, αλλά και συμπερασμάτων έρευνας του βαρομέτρου του Ινστιτούτου «Μontaigne et Mazars», η Γαλλία εξακολουθεί να παραμένει ένας από τους πρωταθλητές της Ευρώπης στους φόρους παραγωγής. Τα συμπεράσματα εν λόγω έρευνας, όπως μεταδίδει το Γραφείο Οικονομικών και Εμπορικών Σχέσεων της Ελληνικής Πρεσβείας στο Παρίσι, βασίζονται σε συγκρίσεις της φορολογικής κατάστασης έντεκα ευρωπαϊκών χωρών.
Πολλές οικονομικές εκθέσεις και αναλύσεις εμπειρογνωμόνων απέδειξαν ότι οι φόροι αυτοί υπονομεύουν την ανταγωνιστικότητα της Γαλλίας. Η γαλλική κυβέρνηση αποφάσισε να τις μειώσει κατά 10 δισ. κατά την πρώτη πενταετή θητεία του κ. Ε. Μακρόν. Ως εκ τούτου, η εισφορά προστιθέμενης αξίας των επιχειρήσεων (CVAE) και η εισφορά επιχειρηματικής περιουσίας (CFE) μειώθηκαν στο μισό το 2021. Ως αποτέλεσμα, τα έσοδα από αυτούς τους φόρους μειώθηκαν από 4,4% σε 3,8% του Α.Ε.Π. της Γαλλίας και έτσι μαζί με την Ολλανδία, αποτελούν τις χώρες με τη μεγαλύτερη σχετική πτώση.
Τα στοιχεία δείχνουν μια αξιοσημείωτη ελάφρυνση στο βάρος της φορολογίας στην παραγωγή των γαλλικών εταιρειών και κατά συνέπεια μια βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς της, επιτρέποντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τη διατήρηση της δεύτερης σχετικής θέσης πίσω από τη Σουηδία (9,9%). Η Ιταλία ακολουθεί, με επίπεδο φόρων παραγωγής 2,8% του Α.Ε.Π., ενώ Γερμανία (0,7%) και Ολλανδία (0,4%) παρουσιάζονται πολύ πιο ανταγωνιστικές.
Σε απόλυτη αξία, η Γαλλία κατατάσσεται πρώτη: οι φόροι παραγωγής αντιπροσώπευαν 95 δισ. ευρώ το 2021 και μειώθηκαν κατά 5 δισ. κατά τη διάρκεια ενός έτους. Συγκριτικά, η Γερμανία επέβαλε μόνο 25 δισεκατομμύρια φόρους στον παραγωγικό της ιστό. Στόχος της Γαλλίας είναι η μείωση του χάσματος με τη γείτονα χώρα τα επόμενα χρόνια, μέσω περαιτέρω μειώσεων στη φορολόγηση των επιχειρηματικών συντελεστών παραγωγής: η εισφορά CVAE συνολικού ύψους περίπου 8 δισ. ευρώ, πρόκειται καταργηθεί σε δύο στάδια, το 2023 και το 2024.