-->

Επέκταση € 8,1 εκατ. για τη φαρμακοβιομηχανία Rontis

Εγκρίθηκε η υπαγωγή στις διατάξεις του Αναπτυξιακού Νόμου επενδυτικού σχεδίου της επιχείρησης «RONTIS HELLAS A.E.B.E.», με απόφαση του Προϊσταμένου της Γενικής Διεύθυνσης Αναπτυξιακών Νόμων και Άμεσων Ξένων Επενδύσεων του Υπουργείου Ανάπτυξης. Η επένδυση αναφέρεται στην επέκταση παραγωγικής δυναμικότητας εργοστασίου φαρμάκων και ιατροτεχνολ ογικών προϊόντων με κτηριακή επέκταση και προσθήκη νέου μηχανολογικού εξοπλισμού στη ΒΙ.ΠΕ Λαρίσης της Δημοτικής Ενότητας Μακρυχωρίου και είναι συνολικού επιλέξιμου και ενισχυόμενου κόστους ίσου με 8.100.000 ευρώ.

Ποια είναι η ελβετική Rontis
Η Rontis διαθέτει δύο εργοστάσια τελευταίας τεχνολογίας σε έρευνα και ανάπτυξη, παραγωγή και συσκευασία προϊόντων επεμβατικής καρδιολογίας και ακτινολογίας, αναλώσιμων προϊόντων νεφρολογίας και συσκευών έγχυσης υγρών. Η Rontis είναι μία ελβετική πολυεθνική ιατροφαρμακευτική εταιρεία, η οποία ιδρύθηκε το 1986 από μία ομάδα διακεκριμένων επαγγελματιών με μακρά εμπειρία στον ευρύτερο τομέα της υγείας. Στα πρώτα της βήματα, η εταιρεία συνεργάστηκε στενά με διεθνώς αναγνωρισμένους κατασκευαστές παραγωγής ιατρικών συσκευών προκειμένου να διανείμει τα προϊόντα τους και να παρουσιάσει στην αγορά τις τεχνολογίες τους, σε αγορές οι οποίες στερούνταν κατάλληλης τεχνογνωσίας, αποτελεσματικής αποθήκευσης και διανομής.

Στα χρόνια που ακολούθησαν, η Rontis αποφάσισε να επεκτείνει τη δραστηριότητά της από τη διανομή στην εσωτερική παραγωγή ιατρικών συσκευών. Στα πλαίσια αυτά, επένδυσε δεόντως σε δύο εργοστάσια παραγωγής και κατάφερε σε μικρό χρονικό διάστημα να δημιουργήσει εμπορικό όνομα άρρηκτα συνδεδεμένο με την καινοτομία και την αξιοπιστία. Η είσοδος στην αγορά της Βρεφικής Διατροφής και των Καταναλωτικών Προϊόντων Υγείας υπήρξε ορόσημο στην επεκτατική δραστηριότητα της εταιρείας θέτοντας τα θεμέλια για την παραγωγή προϊόντων βρεφικής και παιδικής διατροφής, καθώς και δερμοκαλλυντικών προϊόντων.

Βιομηχανία: Αύξηση κύκλου εργασιών κατά 33,3% τον Απρίλιο

Ο Γενικός Δείκτης Κύκλου Εργασιών στη Βιομηχανία του μηνός Απριλίου 2022, σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Απριλίου 2021, παρουσίασε αύξηση 33,3% έναντι αύξησης 53,0% που σημειώθηκε κατά την αντίστοιχη σύγκριση του έτους 2021 με το 2020, σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ.

Η αύξηση αυτή προήλθε χάρις την άνοδο κατά 34,1% του Δείκτη Κύκλου Εργασιών Μεταποίησης, στην οποία συνέβαλαν κυρίως οι μεταβολές των δεικτών των διψήφιων κλάδων: παραγωγής οπτάνθρακα και προϊόντων διύλισης πετρελαίου, παραγωγής βασικών μετάλλων, παραγωγής χημικών ουσιών και προϊόντων και βιομηχανίας τροφίμων. Αντιθέτως, ο Δείκτης Κύκλου Εργασιών Ορυχείων – Λατομείων σημείωσε μείωση κατά 24,3%, η οποία προήλθε κυρίως από τις μεταβολές των δεικτών των διψήφιων κλάδων: εξόρυξης άνθρακα και λιγνίτη – άντλησης αργού πετρελαίου και φυσικού αερίου – υποστηρικτικών δραστηριοτήτων εξόρυξης, λοιπών ορυχείων και λατομείων.

Ο Γενικός Δείκτης Κύκλου Εργασιών στη Βιομηχανία του μηνός Απριλίου 2022, σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Μαρτίου 2022, παρουσίασε μείωση 2,6%. Ο μέσος Γενικός Δείκτης του δωδεκαμήνου Μαΐου 2021 – Απριλίου 2022, σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του δωδεκαμήνου Μαΐου 2020 – Απριλίου 2021, παρουσίασε αύξηση 33,3%, έναντι μείωσης 5,1% που σημειώθηκε κατά τη σύγκριση των αντίστοιχων προηγούμενων δωδεκαμήνων.

Ιστορικά υψηλή επίδοση της Ελλάδας στον δείκτη ελκυστικότητας ΑΠΕ

Η Ελλάδα, πλέον στην 21η θέση του δείκτη RECAI, στοχεύει να διπλασιάσει την εγκατεστημένη χωρητικότητα παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας στα 19GW, μέχρι το 2030, σύμφωνα με την 59η έκδοση της εξαμηνιαίας παγκόσμιας έκθεσης της EY, Renewable Energy Country Attractiveness Index (RECAI).

Η ελκυστικότητα της Ελλάδας ως προς τις επενδύσεις σε ΑΠΕ, αυξήθηκε σημαντικά στο διάστημα που μεσολάβησε από την προηγούμενη έκδοση της έκθεσης τον Οκτώβριο του 2021, με τη χώρα να «κερδίζει» ακόμη τρεις θέσεις στη σχετική κατάταξη, καταλαμβάνοντας την 21η θέση, ανάμεσα σε 40 άλλα κράτη – μια ιστορικά υψηλή επίδοση, για τρίτη συνεχόμενη έκδοση του δείκτη RECAI. Αυτή η βελτίωση, σύμφωνα με την έκθεση της EY, οφείλεται στη στόχευση της Ελλάδας να διπλασιάσει την εγκατεστημένη χωρητικότητα παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας, σε περίπου 19GW, μέχρι το 2030, και στην πρόσφατη λειτουργία ενός φωτοβολταϊκού πάρκου με πάνελ διπλής όψης, ισχύος 204MW, ένα από τα μεγαλύτερα στο είδος του στην Ευρώπη.

Σχολιάζοντας τις επιδόσεις της Ελλάδας, ο κος Τάσος Ιωσηφίδης, Εταίρος και Επικεφαλής του Τμήματος Συμβούλων Εταιρικής Στρατηγικής και Συναλλαγών της EY Ελλάδος, δήλωσε: «Το γεγονός ότι στο περιβάλλον αυτό, η Ελλάδα εξακολουθεί να βελτιώνει σημαντικά τη θέση της ως ελκυστικός προορισμός για επενδύσεις στις ΑΠΕ, επιβεβαιώνει ότι κινούμαστε στη σωστή κατεύθυνση. Για να υλοποιηθούν, ωστόσο, οι φιλόδοξοι στόχοι που έχουμε θέσει, θα χρειαστούν και περαιτέρω παρεμβάσεις στο ρυθμιστικό και το αδειοδοτικό πλαίσιο. Δε χωρά εφησυχασμός».

Νέα μεγάλη επένδυση από την ΠΑΚΟ

Το πράσινο φως στην επένδυση της «ΠΑΚΟ Α.Ε.» άναψε με απόφαση του το Υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων. Η επένδυση συνολικού επιλέξιμου κόστους 23,024 εκατ. ευρώ και αντίστοιχου ποσού ενισχυόμενου κόστους εντάχθηκε στον Αναπτυξιακό Νόμο. Η επένδυση αναφέρεται στην επέκταση της δυναμικότητας υφιστάμενης μονάδας παραγωγής χαρτιού, χαρτονιού και χαρτοκιβωτίων, σε δυναμικότητα 353.000 κιλά/24ωρο χαρτιού διαφόρων κατηγοριών, που βρίσκεται στην επαρχ. Οδό Πελασγίας – Γλύφας της Τ.Κ. Βαθύκοιλου του Δήμου Στυλίδας. Η ΠΑΚΟ είναι από το 2018 θυγατρική της UNIPAKΕΛΛΑΣ μέλος του Oμίλου INDEVCO.

H ΠΑΚΟ ήταν μια από τις ιστορικές εταιρείες του κλάδου –σ.σ. ιδρύθηκε το 1960- καθετοποιημένη βιομηχανία παραγωγής χαρτιού συσκευασίας, κυματοειδούς χαρτονιού (φύλλου) και χαρτοκιβωτίου όλων των τύπων, πρωτοπόρος στην ανακύκλωση ελληνικού παλαιοχάρτου. Η UNIPAK HELLAS S.A. που ιδρύθηκε το 2010 και διαθέτει εγκαταστάσεις σε Αθήνα, Κρήτη και Θεσσαλονίκη, είναι μέλος του πολυεθνικού ομίλου INDEVCO η holding εταιρεία του οποίου είναι η Frem Industrial Group SAL, ειδικεύεται στην κατασκευή και μετατροπή ευρείας γκάμας συσκευασιών από κυματοειδές χαρτόνι για τις ευρωπαϊκές αγορές.

Η Ελλάδα 7η στην Ευρώπη στο πρωτόχυτο αλουμίνιο

Ο κλάδος του αλουμινίου, παρά την ανταγωνιστικότητά του, χαρακτηρίζεται από μεγάλη ανομοιογένεια ως προς το μέγεθος των επιχειρήσεων, καθώς περιλαμβάνει από τη μία πλευρά μεγάλες βιομηχανικές μονάδες και από την άλλη μικρές βιοτεχνίες που διασκορπισμένες σε όλη την ελληνική επικράτεια. Σύμφωνα με την Ελληνική Ένωση Αλουμινίου (Ε.Ε.Α.), ο κλάδος του αλουμινίου αποτελείται από 3.000 επιχειρήσεις σε όλα τα στάδια μεταποίησης και εμπορίου και απασχολεί έμμεσα ή άμεσα 30.000 άτομα περίπου. Όπως αναφέρεται στη μελέτη της ICAP CRIF για την Έλαση-Διέλαση Αλουμινίου, οι πωλήσεις πρωτόχυτου αλουμινίου το 2021 σημείωσαν αύξηση κατά 4%, με τις εξαγωγές να αντιπροσωπεύουν το 50% των συνολικών πωλήσεων.

Οι πωλήσεις προϊόντων πρώτης μεταποίησης, το 2021 σημείωσαν αύξηση κατά 18% και απευθύνονται κυρίως στις διεθνείς ανταγωνιστικές αγορές με τις εξαγωγές να αντιπροσωπεύουν το 82% των συνολικών πωλήσεων. Η Ελλάδα κατέχει την 7η θέση μεταξύ των κορυφαίων παραγωγών πρωτόχυτου αλουμινίου στην Ευρώπη. Αναφορικά με την πρώτη μεταποίηση, οι συνολικές πωλήσεις προϊόντων έλασης εκτιμάται ότι ανήλθαν σε περίπου 310.000 τόνους το 2020 σε Ελλάδα και εξωτερικό παραμένοντας στα ίδια περίπου επίπεδα σε το 2019. Ωστόσο το 2021 ανέκαμψαν, σημειώνοντας σημαντική αύξηση κατά 18% σε σχέση με το 2020.

Κύριος παράγοντας που επηρεάζει τη ζήτηση του αλουμινίου είναι η εξέλιξη της οικοδομικής δραστηριότητας, η οποία εμφανίζει το 2021 κατακόρυφη αύξηση κατά 26,8% βάσει αριθμού αδειών. Η υλοποίηση από το Υπουργείο Περιβάλλοντος του προγράμματος «Εξοικονόμηση κατ’ Οίκον» αλλά και οι επενδύσεις στον κατασκευαστικό κλάδο και σε μεγάλα έργα στηρίζουν εξίσου σημαντικά τη ζήτηση για τα προϊόντα του εξεταζόμενου κλάδου. Επισημαίνεται ότι το 2022 αναμένεται σημαντική αύξηση των δημοσίων επενδύσεων από το ΕΣΠΑ 2021-2027, Ελλάδα 2.0: Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και το Ταμείο Ανάκαμψης.

 

Κ. Σκρέκας: Η χημική βιομηχανία χρειάζεται μεγαλύτερη στήριξη

«Η χώρα μας, με τις νέες δυνατότητες που δημιουργούνται, μπορεί να προσελκύσει περισσότερες επενδύσεις στη χημική βιομηχανία», τόνισε ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας κ. Κώστας Σκρέκας, στο πλαίσιο της Ετήσιας Γενικής Συνέλευσης του Συνδέσμου Ελληνικών Χημικών Βιομηχανιών. Κατά την παρουσίαση της μελέτης «Επιπτώσεις του υψηλού ενεργειακού κόστους στη χημική βιομηχανία και προτάσεις αντιμετώπισης», ο κ. Σκρέκας τόνισε ότι ο ρόλος της χημικής βιομηχανίας στην Ελλάδα είναι σημαντικός, ενώ παραδέχτηκε ότι η εγχώρια χημική βιομηχανία χρειάζεται μεγαλύτερη στήριξη.

Από πλευράς του, ο κ. Βασίλης Γούναρης, Α’ Αντιπρόεδρος του ΣΕΧΒ, ανέφερε ότι οι εξαγωγές χημικών, το 2021, σημείωσαν 27,1% αύξηση έναντι του 2020, ένδειξη της ισχυρής εξωστρέφειας του κλάδου. «Η παραγωγικότητα εργασίας στον κλάδο είναι υψηλότερη έναντι της μέσης παραγωγικότητας στη Μεταποίηση, γεγονός που αντανακλάται στις καλύτερα αμειβόμενες θέσεις εργασίας», τόνισε. Αναφερόμενος μάλιστα στις προκλήσεις της χημικής βιομηχανίας ο κ. Γούναρης επισήμανε ότι η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία (ΕΠΣ) και οι στρατηγικές που την πλαισιώνουν, όπως η στρατηγική για τα βιώσιμα χημικά, θέτουν σημαντικές προκλήσεις στη χημική βιομηχανία. «Τα χημικά είναι παρόντα σχεδόν σε κάθε στρατηγική αλυσίδα αξίας, ενώ ο ρόλος της βιομηχανίας χημικών για την ανάπτυξη καινοτόμων τεχνολογιών, ώστε να επιτευχθούν οι κλιματικοί στόχοι, είναι κομβικός. Οι νομοθετικές αλλαγές που προβλέπονται στη στρατηγική για τα βιώσιμα χημικά εκτιμάται ότι θα έχουν σημαντική επίπτωση στη δραστηριότητα της χημικής βιομηχανίας», κατέληξε ο κ. Γούναρης.

 

Νέα επένδυση «φουρνίζει» η Παπαδοπούλου

Το πράσινο φως στην υπαγωγή επενδυτικού σχεδίου της γνωστής βιομηχανίας μπισκότων και ειδών διατροφής «Ε.Ι. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ Α.Ε.» άναψε με απόφαση του ο προϊστάμενος της Γενικής Διεύθυνσης Αναπτυξιακών Νόμων και Άμεσων Ξένων Επενδύσεων. Η επένδυση αναφέρεται στην επέκταση δυναμικότητας υφιστάμενης μονάδας παραγωγής ψωμιού στη θέση Μαδαρό Ε.Ο. Οινοφύτων και είναι συνολικού επιλέξιμου και ενισχυόμενου κόστους ίσου με 35.228.796,90 ευρώ. Η βιομηχανία που λειτουργεί τέσσερα εργοστάσια σε Ταύρο, Θεσσαλονίκη, Βόλο και Οινόφυτα και τρία κέντρα διανομής σε Ασπρόπυργο, Θεσσαλονίκη και Βόλο, αύξησε πέρυσι κατά 6,24% το απασχολούμενο προσωπικό της στα 1.463 άτομα.

Σε επίπεδο επενδύσεων ο όμιλος έχει υλοποιήσει τα προηγούμενα χρόνια επένδυση 27,4 εκατ. ευρώ -είχε υπαχθεί στον αναπτυξιακό νόμο του 2004 και η καταβολή της επιχορήγησης ύψους 1,53 εκατ. ευρώ εγκρίθηκε στις 23/03/2021- ενώ έχει υποβάλει επενδυτικά πλάνα στον Αναπτυξιακό Νόμο του 2016. Η ιστορική βιομηχανία «είδε» το 2020 τις ενοποιημένες πωλήσεις της να ενισχύονται κατά 2,8% στα 179,128 εκατ. ευρώ, τα προ φόρων κέρδη της να αυξάνονται κατά 5,6% στα 14,934 εκατ. ευρώ και τα καθαρά κέρδη μετά από φόρους να σημειώνουν ανάπτυξη 6,4% στα 11,571 εκατ. ευρώ. Την ίδια περίοδο οι εξαγωγές της -τα προϊόντα της πωλούνται σε 61 χώρες- αυξήθηκαν κατά 7,5% σε σχέση με το 2019.

Όπως αναφέρει η διοίκησή της, στην αγορά των μπισκότων παρατηρήθηκε αύξηση στην εγχώρια κατανάλωση λόγω των lockdown η οποία αντιστάθμισε τη μείωση που προκάλεσε η μειωμένη τουριστική κίνηση, με αποτέλεσμα η συνολική κατανάλωση να αυξηθεί το 2020 κυρίως στα γλυκά μπισκότα. Ανάλογα αποτελέσματα κατεγράφησαν και στο ψωμί για Toast και στο ψωμί σε φέτες, όπου οι πωλήσεις τους ακολούθησαν το ρυθμό ανάπτυξης της αγοράς και το μερίδιό τους αυξήθηκε λόγω και της προσθήκης του ψωμιού Γερμανικού τύπου που λανσαρίστηκε τον Νοέμβριο. Αύξηση πωλήσεων και μεριδίου υπήρξε και στις φρυγανιές, ενώ στην κατηγορία των μπαρών δημητριακών, η κατανάλωση συνεχίζει να αυξάνεται.