Την καθοριστική συμβολή του κλάδου στη σταθερότητα και την ευημερία της χώρας ανέδειξε στο πλαίσιο συνεδρίου του ΙΕΛΚΑ ο κ. Ιωάννης Γιώτης, Πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Τροφίμων (ΣΕΒΤ), υπογραμμίζοντας τη σημασία της ευελιξίας, της ανθεκτικότητας και της καινοτομίας. Κατά την ομιλία του, ο κ. Γιώτης, τόνισε ότι η βιομηχανία βρίσκεται σε μια περίοδο μετάβασης, στην οποία ανατρέπονται σταθερές δεκαετιών, εντοπίζοντας τις πιο σημαντικές προκλήσεις σε τρεις βασικούς άξονες: την παραγωγή και την εφοδιαστική αλυσίδα, το ανθρώπινο δυναμικό και τη στήριξη της κατανάλωσης.

Συγκεκριμένα, υπογράμμισε ότι η ελληνική Βιομηχανία Τροφίμων και Ποτών, καλείται να διαχειριστεί ένα σύνθετο πλαίσιο προκλήσεων, όπως το αυξημένο ενεργειακό κόστος και οι διακυμάνσεις στις τιμές πρώτων υλών, η έλλειψη χρηματοδότησης και οι καθυστερήσεις στην αποπληρωμή επενδυτικών προγραμμάτων που περιορίζουν τη δυναμική των επιχειρήσεων για επενδύσεις σε καινοτομία και βιωσιμότητα, ενώ η ανάγκη για αναβάθμιση του ανθρώπινου δυναμικού καθίσταται πιο επιτακτική από ποτέ. Ωστόσο, τόνισε ότι όσον αφορά το αναπτυξιακό και το ρυθμιστικό πλαίσιο, το νέο παραγωγικό μοντέλο σίγουρα δίνει στίγμα αισιοδοξίας για το μέλλον, για να συνεχίσουν οι επιχειρήσεις του κλάδου να πρωτοστατούν στις εξελίξεις.

Παρά τις συνεχείς προκλήσεις, η Βιομηχανία Τροφίμων και Ποτών προσαρμόζεται στις νέες συνθήκες, απορροφώντας μεγάλο μέρος του κόστους, ενώ συμβάλλει στη σταθεροποίηση των τιμών, καθώς με βάση τον μήνα Οκτώβριο, ο πληθωρισμός περιορίστηκε στο 0,5% χωρίς το ελαιόλαδο. Παράλληλα, υπογραμμίστηκε η ανάγκη της στήριξης της κατανάλωσης με τον κλάδο να προσφέρει διαρκώς υγιεινές, βιώσιμες και προσιτές επιλογές προϊόντων για τους καταναλωτές, οι οποίοι παραμένουν η κύρια προτεραιότητά του. Επιπλέον, ο κ. Γιώτης εστίασε στο γεγονός ότι η Βιομηχανία Τροφίμων και Ποτών παραμένει καθοριστική για την οικονομική ανάπτυξη της χώρας, καθώς αποτελεί τον μεγαλύτερο εργοδότη στη μεταποίηση με 360.000 άμεσες και έμμεσες θέσεις εργασίας, κύκλο εργασιών 17 δισ. ευρώ και εξαγωγές που φτάνουν τα 7 δισ., ενώ κατάφερε να εξασφαλίσει σταθερότητα στην εφοδιαστική αλυσίδα σε ιδιαίτερα κρίσιμες στιγμές, όπως κατά την πανδημία και την Ουκρανική κρίση.