Χιλιάδες χιλιόμετρα νέων δικτύων, πιο φθηνή και πιο αποδοτική ενέργεια, λιγότεροι ρύποι για την ατµόσφαιρα και δεκάδες χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας, κατά τη διάρκεια κατασκευής, ανάπτυξης, τεχνικής και επιστηµονικής υποστήριξης. Η ενέργεια αποτελεί αναντίρρητα έναν από τους βασικότερους πυλώνες του αναπτυξιακού ορίζοντα της ελληνικής οικονοµίας και σε αυτό το πλαίσιο, ο εκσυγχρονισµός των υποδοµών της αποτελεί µονόδροµο. Σε αυτήν την πορεία, η «πυξίδα» της ενεργειακής µετάβασης δείχνει προς την κατεύθυνση του φυσικού αερίου, το οποίο έχει ήδη αποκτήσει κυρίαρχο ρόλο στο µίγµα της κατανάλωσης της ενέργειας στην Ελλάδα. Όµως, η αλλαγή που θα συµβεί σταδιακά κατά την τρέχουσα δεκαετία, θα προσδώσει στο συγκεκριµένο ορυκτό καύσιµο ασύγκριτα µεγαλύτερη σηµασία. Αυτό φαίνεται µε απόλυτη σαφήνεια, τόσο από τον κυβερνητικό σχεδιασµό που ανάγει το φυσικό αέριο σε πρωταγωνιστή της νέας µετα-λιγνιτικής εποχής για την χώρα µας, όσο και από τις πλέον πρόσφατες εξελίξεις που καταγράφηκαν µόλις τις προηγούµενες εβδοµάδες.

ΜΕΓΑΛΗ ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΟΥ ΔΙΚΤΥΟΥ

Τις πρώτες ηµέρες του περασµένου Ιουνίου, το µηνιαίο δελτίο που έδωσε στη δηµοσιότητα ο ΑΔΜΗΕ (Ανεξάρτητος Διαχειριστής Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας) αποκρυστάλλωσε την αλλαγή που δείχνει να έχει ήδη συντελεστεί. Για τον µήνα Μάιο, σύµφωνα µε τον ΑΔΜΗΕ, η καύση του λιγνίτη κάλυψε ένα ποσοστό µόλις 7% της ενεργειακής κατανάλωσης, τα υδροηλεκτρικά κάλυψαν το 9%, ενώ οι Ανανεώσιµες Πηγές Ενέργειας σκαρφάλωσαν στο ποσοστό του 40%. Τα ίδια στοιχεία δείχνουν ότι από το φυσικό αέριο παρήχθησαν συνολικά 1.255 γιγαβατώρες ηλεκτρικής ενέργειας, ένα ποσό που είναι αυξηµένο κατά 32,7% σε σχέση µε τον Μάιο του 2019. Αντιστοίχως, το ποσοστό κάλυψης της ηλεκτρικής ενέργειας που καταναλώθηκε τον Μάιο του 2020 από το φυσικό αέριο, έφτασε στο 44%! Πρόκειται µε βεβαιότητα για ένα ποσοστό που δεν µπορούσε να φανταστεί κανείς, πριν από δέκα χρόνια.

Επίσης τις πρώτες ηµέρες του Ιουνίου, η ΔΕΔΑ (Δηµόσια Επιχείρηση Δικτύων Διανοµής Αερίου) εξέδωσε µια πολυαναµενόµενη ανακοίνωση. Πρόκειται για την επιτυχή ολοκλήρωση των τευχών δηµοπράτησης των πρώτων µεγάλων έργων κατασκευής των δικτύων διανοµής φυσικού αερίου σε τρεις ξεχωριστές Περιφέρειες, την Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, την Κεντρικής Μακεδονίας και την Στερεάς Ελλάδας. Η ολοκλήρωση της διαβούλευσης είναι κάτι που αναµενόταν πολύ πριν ακόµα την δηµιουργία της ΔΕΔΑ, η οποία ως θυγατρική της ΔΕΠΑ, ιδρύθηκε το 2017. Η διαδικασία αυτή ανοίγει το δρόµο για την έναρξη της διαγωνιστικής διαδικασίας ενός από τα κορυφαία έργα υποδοµής στην ελληνική ενεργειακή ιστορία. Στις τρεις Περιφέρειες, αναµένεται να κατασκευαστούν συνολικά 1.164 χιλιόµετρα καινούργιου δικτύου φυσικού αερίου. Παράλληλα, προγραµµατίζεται να γίνουν 40.091 νέες συνδέσεις, οι οποίες θα γίνουν σε όλες τις κατηγορίες των καταναλωτών, δηλαδή σε νοικοκυριά, µικροµεσαίες επιχειρήσεις, αλλά και βιοµηχανικούς καταναλωτές. Οι πόλεις στις οποίες θα επεκταθεί το δίκτυο θα είναι συνολικά 18. Για την Αν. Μακεδονία Θράκης, το φυσικό αέριο θα επεκταθεί σε Αλεξανδρούπολη, Ορεστιάδα, Κοµοτηνή, Ξάνθη, Δράµα και Καβάλα. Για την Κεντρική Μακεδονία, η νέα υποδοµή του δικτύου θα καλύψει την Αλεξάνδρεια, τη Βέροια, τα Γιαννιτσά, την Κατερίνη, το Κιλκίς και τις Σέρρες, ενώ στην Περιφέρεια της Στερεάς Ελλάδας, οι πόλεις που θα αποκτήσουν πρόσβαση στο φυσικό αέριο θα είναι η Άµφισσα, η Θήβα, το Καρπενήσι, η Λαµία, η Λειβαδιά και η Χαλκίδα. Η τελική δηµοπράτηση του έργου αναµενόταν να ανακοινωθεί εντός του Ιουλίου, ενώ ο διαγωνισµός προγραµµατίζεται να ολοκληρωθεί το αργότερο µέχρι το τέλος του 2020. Το φυσικό αντικείµενο, δηλαδή η επέκταση του δικτύου στις 18 πόλεις πρόκειται να έχει ολοκληρωθεί µέσα στο δεύτερο εξάµηνο 2024, απελευθερώνοντας συνολικές επενδύσεις άνω των 270 εκατοµµυρίων ευρώ. Ωστόσο, για να γίνει αντιληπτό το εύρος της διασποράς του φυσικού αερίου σε ολόκληρη την ελληνική επικράτεια, πρέπει να τονιστεί πως αυτή είναι µόνο η πρώτη φάση του έργου.

Έως και το 2022, η ίδια διαδικασία, δηλαδή η ολοκλήρωση της δηµόσιας διαβούλευσης, η έκδοση των τευχών δηµοπράτησης και η ολοκλήρωση των διαγωνισµών αναµένεται να «τρέξει» για άλλες 21 πόλεις σε ακόµα τέσσερις Περιφέρειες. Σύµφωνα µε το πρόγραµµα ανάπτυξης που θέτει σε εφαρµογή η ΔΕΔΑ, το δίκτυο φυσικού αερίου θα επεκταθεί στην Καστοριά, το Άργος Ορεστικό, το Μανιάκι, τα Γρεβενά, τη Φλώρινα, την Πτολεµαΐδα, το Αµύνταιο και την Κοζάνη για την Περιφέρεια της Δυτικής Μακεδονίας. Στην Ήπειρο, οι επεκτάσεις θα συµπεριλάβουν τα Ιωάννινα, την Άρτα, την Πρέβεζα και την Ηγουµενίτσα, στην Πελοπόννησο θα συνδεθούν πόλεις όπως η Τρίπολη, η Μεγαλόπολη, η Κόρινθος, το Άργος, το Ναύπλιο και η Καλαµάτα, ενώ το αέριο σχεδιάζεται να µεταφερθεί σε υγροποιηµένη µορφή (Liquefied Natural Gas) µε βυτιοφόρα και στην Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας, καλύπτοντας την Πάτρα, το Αγρίνιο και τον Πύργο. Για τη δεύτερη φάση των επεκτάσεων, πρέπει να επισηµανθεί ότι οι προµελέτες έχουν ήδη ολοκληρωθεί.

ΣΧΕΔΙΟ ΓΙΑ ΕΠΕΚΤΑΣΕΙΣ ΣΤΟΥΣ 50 ΑΠΟ ΤΟΥΣ 54 ΔΗΜΟΥΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΑΤΤΙΚΗΣ

Οι δύο φάσεις της µεταφοράς του φυσικού αερίου στις 39 πόλεις της χώρας, µαζί µε τις επεκτάσεις του δικτύου στην Αττική, τη Θεσσαλονίκη και τη Θεσσαλία ισοδυναµούν µε συνολικές επενδύσεις, που οι φορείς της αγοράς της ενέργειας εκτιµούν ότι µπορούν να ξεπεράσουν ακόµα και τα 900 εκατοµµύρια ευρώ. Ειδικά για την πολυπληθέστερη Περιφέρεια της χώρας έχει εκπονηθεί ένα εξαιρετικά φιλόδοξο Πενταετές Πρόγραµµα Ανάπτυξης, από την Εταιρία Διανοµής Αερίου Αττικής (ΕΔΑ Αττικής), που αφορά την περίοδο 2020 – 2024 και έχει ήδη τεθεί σε δηµόσια διαβούλευση από την ΡΑΕ. Χαρακτηριστικό του σχεδίου που υπάρχει για το φυσικό αέριο στην Αττική είναι το γεγονός ότι το σχέδιο της ΕΔΑ περιλαµβάνει επεκτάσεις στους 50 από τους 54 δήµους της Περιφέρειας. Το πενταετές πρόγραµµα ανάπτυξης προβλέπει την κατασκευή νέων δικτύων χαµηλής πίεσης φυσικού αερίου συνολικού µήκους 610 χιλιοµέτρων. Από αυτά, τα περισσότερα θα κατασκευαστούν εντός του δήµου Αθηναίων, ο οποίος θα αποκτήσει 77 χιλιόµετρα νέων δικτύων. Θα ακολουθήσουν οι δήµοι Κηφισιάς, µε 47 χλµ., το Χαλάνδρι µε 34 χλµ., οι δήµοι Ζωγράφου και Γλυφάδας µε 32 χλµ. έκαστος, και η Καλλιθέα µε 30 χλµ. νέων δικτύων αερίου, ενώ στον Πειραιά οι επεκτάσεις σχεδιάζεται να έχουν µήκος 23 χιλιοµέτρων.

Σύµφωνα µε τα συγκεντρωτικά στοιχεία της ΕΔΑ Αττικής, το πενταετές πρόγραµµα αποσκοπεί στην αύξηση των υφιστάµενων συνδέσεων σχεδόν κατά 75%. Αυτό σηµαίνει πως ο στόχος αφορά στην ύπαρξη 240.000 ενεργοποιηµένων µετρητών συνολικά το 2024, έναντι 135.000 το 2019. Την ίδια εκρηκτικά ανοδική πορεία αναµένεται να ακολουθήσει και η κατανάλωση του φυσικού αερίου στην Αττική, µε τους διανεµόµενους όγκους να αγγίζουν τα 466 εκατοµµύρια κυβικά µέτρα, ενώ στο τέλος του περασµένου έτους, το φυσικό αέριο που διανεµήθηκε έφτασε τα 340 εκατοµµύρια κυβικά µέτρα. Η επέκταση αυτή θα ανεβάσει στο 66% το ποσοστό κάλυψης της ΕΔΑ Αττικής στις περιοχές ευθύνης της, από 55% σήµερα και σε πάνω από 50%, το ποσοστό διείσδυσης σε οικιακά κτίρια, το οποίο ήταν 39%, στα τέλη του 2019.

Σε οικονοµικό και αναπτυξιακό επίπεδο, µόνο στην Περιφέρεια της Αττικής, η δηµιουργία 610 χιλιοµέτρων νέων δικτύων αντιστοιχεί σε επενδύσεις ύψους 150 εκατοµµυρίων ευρώ. Αξίζει να σηµειωθεί πως οι συνδέσεις στην Αθήνα και τους όµορους δήµους γνώρισε τεράστια αύξηση και το 2019. Την περυσινή χρονιά, συνολικά 20.000 νοικοκυριά, επιχειρήσεις και βιοµηχανίες µόνο στην Αττική συνδέθηκαν µε το φυσικό αέριο, ενώ οι διακινούµενοι όγκοι του καυσίµου, αυξήθηκαν κατά 39,7 εκατοµµύρια κυβικά µέτρα.

90.000 ΝΕΑ ΣΗΜΕΙΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ

Αντιστοίχως φιλόδοξο είναι και το Πρόγραµµα Ανάπτυξης της περιόδου 2020 – 2024 της ΕΔΑ ΘΕΣΣ (Εταιρία Διανοµής Αερίου Θεσσαλονίκης – Θεσσαλίας), που εγκρίθηκε από την ΡΑΕ στις αρχές του Ιουλίου. Σε αυτό προβλέπεται η επέκταση του δικτύου χαµηλής και µέσης πίεσης κατά 510 χλµ. και η αύξηση του ποσοστού διείσδυσης του φυσικού αερίου στις περιοχές της ευθύνης της στο 74%, από 61% που είναι σήµερα. Η ανάπτυξη του δικτύου αναµένεται να φέρει 90.000 νέα σηµεία παράδοσης, από τα 350.000 σήµερα, ενώ οι διανεµόµενοι όγκοι φυσικού αερίου αναµένεται να ξεπεράσουν τα 523 εκατ. κυβικά το 2024. Οι επεκτάσεις αυτές προϋποθέτουν την επένδυση 145 εκατοµµυρίων ευρώ, από τα οποία τα 91 εκατ. ευρώ αφορούν την Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης και τα 54 εκατ. ευρώ την Περιφέρεια Θεσσαλίας.

ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΣΕ ΕΡΓΑ ΥΠΟΔΟΜΩΝ

Το φυσικό αέριο, συγκρινόµενο µε άλλες πηγές ενέργειας, προσφέρει εξοικονόµηση πόρων και είναι το πιο φιλικό προς το περιβάλλον συµβατικό καύσιµο γιατί δεν αφήνει ίχνη και υπολείµµατα, ούτε παράγει ενώσεις θείου που συνιστούν µία από τις σηµαντικότερες αιτίες ρύπανσης. «Είναι λογικό επακόλουθο των ανωτέρω η συµβολή του στην ανάπτυξη. Οι επενδύσεις σε έργα υποδοµών είναι σήµερα πολύ περισσότερο απαραίτητες τόσο λόγω των συνθηκών που έχουν δηµιουργηθεί από τη µακροχρόνια οικονοµική κρίση όσο και από την κρίση του COVID 19, τα αποτελέσµατα της οποίας είναι µπροστά µας», λέει ο Ιωάννης Παναρίτης, Πρόεδρος Περιφερειακού Επιµελητηριακού Συµβουλίου Πελοποννήσου, που ως εκφραστής του επιχειρηµατικού κόσµου της Πελοποννήσου γνωρίζει πολύ καλά τα οφέλη του φυσικού αερίου για τις βιοµηχανίες και τις επιχειρήσεις. Μάλιστα, λόγω των ασύγκριτων οφελών που µπορούν να προκύψουν από τις επεκτάσεις των δικτύων, οι εκπρόσωποι του επιχειρηµατικού κόσµου δίνουν πραγµατικό αγώνα για να µην µείνει καµία πόλη δίχως το αέριο ορυκτό καύσιµο. «Η Σπάρτη µέχρι στιγµής εξαιρείται, όπως και κάποιες πόλεις της Μακεδονίας. Στη συνέχεια επανήλθε η ΔΕΔΑ µε πρόταση ένταξης των δύο πόλεων της Μακεδονίας, κάτι που δεν έγινε για την Πελοπόννησο. Ταυτόχρονα, δροµολογείται η ιδιωτικοποίηση της ΔΕΔΑ και γίνονται συζητήσεις για ανάθεση έργων σε ιδιώτες, οι οποίοι ενδιαφέρονται µόνο για κάποιες πόλεις από τις οποίες προσδοκούν µεγάλα κέρδη. Δεν τους απασχολεί η ισόρροπη ανάπτυξη στην Πελοπόννησο, η κοινωνική προέκταση του έργου, ούτε και η ώθηση που θα δώσει στις τοπικές οικονοµίες, µειώνοντας το ενεργειακό κόστος για τις επιχειρήσεις. Το θέµα δύναται να λυθεί µόνο µε πολιτική απόφαση της Κυβέρνησης», τονίζει ο πρόεδρος του Περιφερειακού Επιµελητηριακού Συµβουλίου Πελοποννήσου, ο οποίος παράλληλα είναι και πρόεδρος του Επιµελητήριου Λακωνίας. Ο κ. Παναρίτης, αποκαλύπτει πως τον Σεπτέµβριο, η ΔΕΔΕ θα καταθέσει αναθεωρηµένο πρόγραµµα, περιλαµβάνοντας ακόµα περισσότερες περιοχές. «Συναντηθήκαµε µε τον Υφυπουργό Ενέργειας Γεράσιµο Θωµά, ο οποίος δεσµεύτηκε ότι η Πολιτεία θα δηµιουργήσει όλες τις απαραίτητες προϋποθέσεις για την ανάπτυξη υποδοµών φυσικού αερίου στην Πελοπόννησο, εφόσον υπάρξει η χρηµατοδότηση των 20 εκατ. ευρώ της Περιφέρειας Πελοποννήσου από το τρέχον ΕΣΠΑ, µε οποιαδήποτε µορφή κι αν λειτουργεί η ΔΕΔΑ (δηµόσια ή ιδιωτική). Τότε, το Σεπτέµβριο µπορεί η ΔΕΔΑ να επανέλθει µε νέο αναθεωρηµένο πρόγραµµα όπου θα προβλέπεται και η Πελοπόννησος», καταλήγει ο εκπρόσωπος των επιµελητηρίων όλης της Πελοποννήσου.

ΜΙΑ ΑΝΑΔΥΟΜΕΝΗ ΕΥΚΑΙΡΙΑ

Εκτός από τα οικονοµικά και ενεργειακά οφέλη που καθιστούν το φυσικό αέριο περιζήτητο, υπάρχει και ένα ακόµα πλεονέκτηµα, το οποίο µπορεί να καρπωθεί η χώρα µας από την επέκταση των σχετικών δικτύων. Οι υποδοµές µεταφοράς του φυσικού αερίου αποτελούν το βασικό όχηµα για την δοκιµαστική εφαρµογή του υδρογόνου, που θεωρείται ως το καύσιµο που θα κυριαρχήσει το δεύτερο µισό του 21ου αιώνα. «Είναι ο πιο απλός “πολιτικός” Ευρωπαϊκός τρόπος επένδυσης στην κατεύθυνση του µοναδικού καυσίµου, που δεν περιέχει άνθρακα. Αν σκεφτούµε ότι αυτή τη στιγµή στην ατµόσφαιρα είναι πάνω από 400 ppm. το διοξείδιο του άνθρακα και µε την πρώτη βιοµηχανική επανάσταση ήταν 280 ppm, αυτό σηµαίνει ότι κάτι δεν κάνουµε σωστά. Άρα, συµβάλλει στο παρόν και µελλοντικά ως προς τις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης η παροχή του 10% υδρογόνου στο δίκτυο φυσικού αερίου. Το µεγάλο θέµα είναι βέβαια ότι για να γίνει αυτό, απαιτείται από την Ελλάδα να χτίσει µεγάλες εγκαταστάσεις υδρογόνου. Θέλω να διαπιστώσω, όµως, ότι µπορούν και θέλουν να πάρουν τέτοιες πολιτικές αποφάσεις γιατί δυστυχώς νιώθω ότι η διαχείριση γίνεται µέσα από το πρίσµα της δηµοσιογραφίας και όχι των πολιτικών αποφάσεων. Ο χρόνος θα δείξει. Είναι απολύτως βέβαιο όµως ότι το φυσικό αέριο είναι η πιο άµεση λύση», δηλώνει ο Σοφοκλής Μακρίδης, Διευθυντής Εργαστηρίου Φυσικής Περιβαλλοντος και Τεχνολογιών Υδρογόνου, Τµήµα Μηχανικών Περιβάλλοντος, Πανεπιστήµιο Πατρών, παρουσιάζοντας και µία ακόµα θετική πτυχή της επένδυσης στα δίκτυα φυσικού αερίου.

Στο πλαίσιο της διαβούλευσης, που ξεκίνησε στις 15 Μαΐου, κατατέθηκε ένας σηµαντικός αριθµός προτάσεων και σχολίων από κατασκευαστικές και τεχνικές εταιρείες, ιδιώτες µηχανικούς, καθώς και από εκπροσώπους του τεχνικού κόσµου, όπως είναι το Τεχνικό Επιµελητήριο Ελλάδος (ΤΕΕ), ο Πανελλήνιος Σύνδεσµος Τεχνικών Εταιρειών (ΣΑΤΕ), η Πανελλήνια Ένωση Διπλωµατούχων Μηχανικών Εργοληπτών Δηµοσίων Έργων (ΠΕΔΜΕΔΕ) και η Πανελλήνια Οµοσπονδία Συνδέσµων Εργοληπτών Δηµοσίων Έργων (ΠΕΣΕΔΕ), ενώ εξήχθησαν χρήσιµα συµπεράσµατα, τα οποία θα αξιοποιηθούν για τη σύνταξη των οριστικών τευχών δηµοπράτησης.

Παράλληλα, µετά την ολοκλήρωση της δηµόσιας διαβούλευσης, η διοίκηση της ΔΕΔΑ πραγµατοποίησε συναντήσεις µε τους ενδιαφερόµενους φορείς προκειµένου να υπάρξει περαιτέρω ανταλλαγή απόψεων και να υιοθετηθούν οι βέλτιστες πρακτικές στις διαδικασίες υλοποίησης των έργων.