Η πορεία του εμφιαλωμένου νερού μέσα από τους αιώνες, από την αρχική εκδοχή του σε γυάλινα δοχεία για ειδικές περιστάσεις, έως την τεράστια βιομηχανική εκρηκτική του ανάπτυξη και την ταχεία επέκταση της παγκόσμιας αγοράς, αποτελεί μια μαρτυρία της ανθρώπινης ανάγκης για ποιοτικό και ασφαλές νερό, ενώ δεν λείπουν οι αντιφάσεις και συγκρούσεις σε έναν κόσμο όπου η πρόσβαση σε καθαρό νερό δεν είναι παντού δεδομένη.

Από ένα εξειδικευμένο προϊόν που πωλούνταν τον 16ο αιώνα σε γυάλινα μπουκάλια και θεωρούνταν προϊόν πολυτελείας για ειδικές περιστάσεις, το εμφιαλωμένο νερό έχει εξελιχθεί σε ένα από τα πιο δημοφιλή «ποτά» στον κόσμο. Και όλα αυτά έγιναν τα τελευταία χρόνια, διότι το πρώτο εμφιαλωμένο νερό για δημόσια κατανάλωση κυκλοφόρησε στις ΗΠΑ το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα και το πρώτο βιομηχανικά παραγόμενο ανθρακούχο νερό κατοχυρώθηκε με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας το 1806.
Δύο αιώνες και μετά από αυτή την… ανακάλυψη και τέσσερις αιώνες από την εποχή που στην Ευρώπη το εμφιαλωμένο νερό ήταν είδος πολυτελείας, σήμερα αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες και ταχέως αναπτυσσόμενες βιομηχανίες παγκοσμίως.

Σε αυτό βοήθησε η εισαγωγή του PET στα τέλη της δεκαετίας του 1970 που επιτάχυνε περαιτέρω τις πωλήσεις εμφιαλωμένου νερού ενώ ώθηση στον κλάδο έδωσε η εμπλοκή σε αυτόν από τη δεκαετία του ‘80, μεγάλων εταιρειών τροφίμων όπως η Nestlé, η Danone, η PepsiCo και η Coca-Cola.

Η γιγάντωση του κλάδου και των εταιρειών που εμπλέκονται σε αυτόν σημαδεύτηκε από μια ταχεία επέκταση της παγκόσμιας αγοράς, τη διαφοροποίηση των προϊόντων που συνέβησαν ταυτόχρονα με μια γενική υποεπένδυση σε δημόσια συστήματα ύδρευσης και διανομής και με αυξανόμενες αρνητικές αντιλήψεις για την ποιότητα του νερού της βρύσης και ανησυχίες για τις επιπτώσεις του στην υγεία. Οι εταιρείες ποτών διέθεσαν το εμφιαλωμένο νερό ως «ασφαλή εναλλακτική» αντί του νερού της βρύσης και επέστησαν την προσοχή των καταναλωτών στην ποιότητα του νερού χρησιμοποιώντας μεμονωμένες βλάβες του δημόσιου συστήματος νερού, όπως το ξέσπασμα της χολέρας στο Μεξικό (1985). και η κρίση κρυπτοσποριδίου στο Σύδνεϋ (1998).
Αποτέλεσμα σήμερα που μιλάμε, η παγκόσμια αγορά που έχει αυξηθεί πάνω από 73% την τελευταία δεκαετία, να ξεπερνά σε αξία τα 270 δισεκατομμύρια δολάρια και τα 350 δισεκατομμύρια λίτρα σε όγκο. Αυτό οφείλεται σε δύο λόγους. Στις χώρες του Παγκόσμιου Βορρά το εμφιαλωμένο νερό θεωρείται συχνά ως πιο υγιεινό και νόστιμο προϊόν από το νερό της βρύσης και είναι περισσότερο αγαθό πολυτελείας παρά ανάγκη. Στις χώρες του Νότου, όμως, οι πωλήσεις εμφιαλωμένου νερού αυξάνονται κυρίως από την έλλειψη ή την απουσία αξιόπιστης δημόσιας παροχής νερού.

Σε επίπεδο χώρας, η μεγαλύτερη αγορά είναι οι ΗΠΑ με συνολικά έσοδα πάνω από 64 δισ. δολάρια, ακολουθούμενη από την Κίνα (σχεδόν 50 δισ. δολάρια) και την Ινδονησία (σχεδόν 22 δισ. δολάρια). Αυτές οι τρεις χώρες μαζί κερδίζουν το ήμισυ των συνολικών παγκόσμιων εσόδων (24%, 18% και 8% αντίστοιχα). Η Γερμανία είναι η μεγαλύτερη αγορά στην Ευρώπη, το Μεξικό στην περιοχή της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής (LAC) και η Νότια Αφρική στην Αφρική.

Ο πρωταθλητισμός της Ελλάδας στην κατανάλωση εμφιαλωμένου νερού
Η κατά κεφαλήν πωλήσεις εμφιαλωμένου νερού αποκαλύπτουν διαφορετική εικόνα. Η Σιγκαπούρη και η Αυστραλία αναδεικνύονται οι ηγέτες τόσο στα ετήσια έσοδα όσο και στον όγκο πωλήσεων εμφιαλωμένου νερού (Σιγκαπούρη: 1.129 λίτρα και 1.348 δολ. ανά κάτοικο το 2021, Αυστραλία: 504 λίτρα και 386 δολ. κατά κεφαλήν το ίδιο έτος). Οι ΗΠΑ, η Ινδονησία, και ιδιαίτερα η Κίνα, κατατάσσονται πολύ χαμηλότερα τόσο ως προς την κατά κεφαλήν κατανάλωση εμφιαλωμένου νερού όσο και ως προς τα έσοδα σε σύγκριση με τον αντίστοιχο συνολικό αριθμό τους.
Η Ελλάδα, των 10,3 εκατομμυρίων κατοίκων εμφανίζεται πολύ ψηλά στην κατανάλωση εμφιαλωμένου νερού. Σύμφωνα με διεθνής μελέτες όπως αυτή των Ηνωμένων Εθνών κατατάσσει τη χώρα μας στις κορυφαίες 50 με βάση τη συνολική κατανάλωση και τη σύνθεση ανά τύπο νερού. Η Ελλάδα στη συγκεκριμένη κατάταξη βρίσκεται στην 45ηθέση, στην 50η σε επίπεδο συνολικών πωλήσεων και στην 36η στην κατά κεφαλή κατανάλωση.
Αυτός είναι άλλωστε και ο προφανής λόγος και η απάντηση στο μπαράζ νέων επενδύσεων από τους υπάρχοντες παίκτες του κλάδου και νέων επενδυτών.

Τελευταίο παράδειγμα αποτελεί η είσοδος των κ.κ. Σπύρου Θεοδωρόπουλου, Νικόλαου Καραμούζη και Απόστολου Ταμβακάκη στην κατηγορία, μέσω της απόκτησης του ελέγχου της εταιρείας Σ. Μεντεκίδης ΑΕ, που παράγει τα εμφιαλωμένα νερά Σέλι και Διός. Η Σ. Μεντεκίδης, στην οποία με μειοψηφικό πακέτο μετοχών παρέμεινε ο ιδρυτής της, ελέγχει μερίδιο 2,5% στα σούπερ μάρκετ (σ.σ. στοιχεία εννεαμήνου). Ωστόσο, όπως αναφέρουν παράγοντες του κλάδου που το brand έχει ανοδική πορεία, δεν έχει σημαντική τοποθέτηση στα σούπερ μάρκετ και είναι «στημένο» κυρίως σε Κεντρική και Βόρεια Ελλάδα.
Οι κ.κ. Θεοδωρόπουλος, Καραμούζης και Ταμβακάκης δεν είναι οι πρώτοι ούτε οι τελευταίοι που αποφάσισαν να επενδύσουν στον κλάδο. Στο νερό εισήλθαν επενδυτικά και τα αδέλφια Γεωργιάδη. Συγκεκριμένα στον έλεγχο της σουηδικής Sterner Stenhus, συμφερόντων των αδελφών Γεωργιάδη, που έχει επενδύσει μεταξύ άλλων σε Μπουτάρη και Premia, πέρασε το νερό Ιόλη της Αθηναϊκής Ζυθοποιίας.

Μια ακόμη σημαντική, από άποψη σημειολογίας, επένδυση είναι αυτή της εταιρείας Νερά Πηγών Γράμμου του καπετάν Παναγιώτη Τσάκου και του υιού του Νίκου. Στο εμφιαλωμένο νερό με premium προϊόν σκοπεύει να μπει το προσεχές διάστημα και η Ελληνική Ζυθοποιία Αταλάντης (ΕΖΑ). Ο Γιάννης Βάλβης ευελπιστεί με το εισαγόμενο από τη Ρουμανία νερό του, το Aqua Carpatica, να κερδίσει σημαντικό κομμάτι της πίτας, ενώ έτοιμη να μετρήσει τις δυνάμεις της και σε αυτή την αγορά είναι η Mantis Group των αδελφών Κρομμύδα, της Red Bull και της Μαλαματίνας, με τη μονάδα εμφιάλωσης νερού που έχει στο Καστράκι Φωκίδας. Με την ιδέα να επενδύσει στο εμφιαλωμένο νερό φλερτάρει και το Κτήμα Άλφα.
Στο εμφιαλωμένο νερό έχει επενδύσει και η Λουξ που ελέγχει το 42,34% της Δίρφυς, οι αδελφοί Σαράντη που έχουν εξαγοράσει τη Δουμπιά και ο Ιβάν Σαββίδης που έχει επενδύσει στη Σουρωτή. Αλλά και η N.U. AQUA με το «Eonio Λουτράκι», που εμφιαλώνεται στις παλαιές εγκαταστάσεις της PepsiCo Hellas στο Λουτράκι, οι οποίες παρέμειναν κλειστές για μια δεκαετία. Η AHB Group (νερό Θεόνη), από τους σχετικά νέους παίκτες στον κλάδο, έχει καταφέρει να είναι Νο 4 brand, με την Αύρα (Cοca Cοla 3E) και Κορπή (Nestle) να έχουν ορατή παρουσία στο ράφι.

Αδιαφιλονίκητοι ηγέτες πάντως παραμένουν οι Ηπειρώτες της Ηπειρωτικής Εταιρείας Εμφιάλωσης (Βίκος), που την τελευταία επταετία έχουν επενδύσει 47 εκατ. ευρώ σε νέες γραμμές παραγωγής και της Χήτος (Ζαγόρι) που συγχωνεύτηκε με την Green Cola.
Με την Ηπειρωτική Εταιρεία Εμφιάλωση να έχει δρομολογήσει επενδύσεις ύψους 100 εκατ. ευρώ στα 3 εργοστάσια της στην Περιφέρεια Ιωαννίνων και συγκεκριμένα στις εγκαταστάσεις της σε: Περίβλεπτο, Καλπάκι και στη ΒΙ.ΠΕ. (PETCOM). Οι επενδύσεις αφορούν την προσθήκη νέων γραμμών παραγωγής τόσο για προϊόντα όσο και για προπλάσματα και πώματα, αναβάθμιση υφιστάμενων γραμμών, επέκταση κτιριακών υποδομών, έργα εξοικονόμησης ενέργειας, ψηφιακού μετασχηματισμού και υποστήριξης logistics. Ειδικότερα μεταξύ των νέων επενδύσεων περιλαμβάνονται 4 εκατ. ευρώ σε ιδιόκτητο στόλο φορτηγών, 5 εκατ. ευρώ σε τεχνολογικό εξοπλισμό και σε συστήματα οργάνωσης, ώστε οι διαδικασίες λειτουργίας να απλοποιηθούν και 28 εκατ. ευρώ για τη στήριξη του δικτύου των πελατών της.

Η επίπτωση στο περιβάλλον
Παρόλο που το νερό μπορεί να συσκευαστεί σε γυάλινα μπουκάλια, δοχεία αλουμινίου και κουτιά από χαρτόνι, τα πλαστικά δοχεία αντιπροσωπεύουν μακράν τις πιο κοινές συσκευασίες που χρησιμοποιούνται στη βιομηχανία. Κάθε λεπτό, πάνω από 1.000.000 μπουκάλια πωλούνται παγκοσμίως (Plastics Europe 2020, UNEP 2022) και με την απόρριψη των φιαλών μιας χρήσης έρχεται το ζήτημα της ρύπανσης από πλαστικό. Αυτό οδηγεί σε ένα σημαντικό πρόβλημα, καθώς τα πλαστικά υλικά μπορεί να χρειαστούν έως και 1.000 χρόνια για να υποβαθμιστούν (Statista 2021c).

Η ποσότητα αποβλήτων PET που δημιουργείται από τον τομέα του εμφιαλωμένου νερού δεν είναι εμφανής από υπάρχουσες δημόσιες πηγές, αλλά μπορεί να εκτιμηθεί χρησιμοποιώντας γενικότερα δεδομένα για την παγκόσμια παραγωγή πλαστικού και χρήση σε κύριους τομείς (Johnstone και Serret 2012). Το 2019, ο τομέας του εμφιαλωμένου νερού χρησιμοποιούσε το 35% των παγκόσμιων παραγόμενων φιαλών PET (Smirthers 2019, Statista 2022a). Το ποσοστό αυτό δεν αλλάζει σημαντικά με την πάροδο του χρόνου. Σχετικές εκτιμήσεις υποδηλώνουν ότι το 85% των συνολικών φιαλών νερού PET που παράγονται απορρίπτονται στη συνέχεια σε χώρους υγειονομικής ταφής ή ως μη ελεγχόμενα απόβλητα (UNEP 2022). Αυτό υποδηλώνει ότι περίπου το 30% (ή ένας συντελεστής ~0,3) μπορεί να εφαρμοστεί στα ετήσια δεδομένα του ΟΟΣΑ (2022) για τις συσκευασίες PET για την εκτίμηση των αποβλήτων PET εμφιαλωμένου νερού.
Φαίνεται ότι η μέση ετήσια ποσότητα απορριμμάτων από μπουκάλια νερού PET κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου ήταν περίπου 18 εκατομμύρια τόνοι και η ποσότητα του 2021 υπερβαίνει ήδη τους 25 εκατομμύρια τόνους.

Σήμερα παράγονται περίπου 400 εκατομμύρια τόνοι πλαστικών απορριμμάτων κάθε χρόνο (UNEP 2022). Το πλαστικό που χρησιμοποιείται από τη βιομηχανία εμφιαλωμένου νερού είναι κυρίως PET, το οποίο αποτελεί το 5,5% αυτής της παγκόσμιας παραγωγής πλαστικού (ΟΟΣΑ 2022). Το PET χρησιμοποιείται από τη βιομηχανία εμφιαλωμένου νερού από τη δεκαετία του 1990, όταν η Nestlé παρουσίασε για πρώτη φορά ένα πλαστικό μπουκάλι. Σήμερα, το PET είναι το πιο ευρέως χρησιμοποιούμενο υλικό συσκευασίας στη βιομηχανία ποτών. Πάνω από το 97% των δοχείων εμφιαλωμένου νερού είναι κατασκευασμένα από πλαστικό και σχεδόν το 80% αυτού του πλαστικού είναι PET.
Όμως, το 85% όλων των πλαστικών μπουκαλιών που πωλούνται γίνονται απόβλητα (UNEP 2022). Τα μακροπλαστικά, μέρος των οποίων αποτελεί το PET, αποτελούν πάνω από το 80% της ετήσιας πλαστικής ρύπανσης στο περιβάλλον. Αυτό συμβάλλει επίσης σε μπλοκάρισμα των αποχετευτικών συστημάτων σε πόλεις και κωμοπόλεις και βλάπτει τη φύση λόγω των μολυσμένων ποταμών, λιμνών και παραλιών. Υπάρχουν και άλλες επικίνδυνες ουσίες που απελευθερώνονται από τα πλαστικά μπουκάλια. Πρόκειται για πετρέλαιο και τοξικά χημικά παράγωγα κοινώς γνωστά ως POPs που είναι ανθεκτικά στην περιβαλλοντική υποβάθμιση και εξαπλώνονται μέσω των τροφικών αλυσίδων.

Έρευνα με επικεφαλής το Ινστιτούτο Παγκόσμιας Υγείας της Βαρκελώνης (ISGlobal) διαπίστωσε ότι η επίδραση του εμφιαλωμένου νερού στο οικοσύστημα είναι 1.400 φορές μεγαλύτερη από το νερό της βρύσης. Υπέρ του πόσιμου νερού έχει ταχθεί και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, μετά την πρώτη επιτυχημένη Ευρωπαϊκή Πρωτοβουλία «Right2Water» -την υπέγραψαν 1,8 εκατομμύρια Ευρωπαίοι-, που απαιτούσε τη βελτίωση της πρόσβασης όλων των Ευρωπαίων πολιτών σε ασφαλές πόσιμο νερό. Για το συγκεκριμένο σκοπό, τα κράτη-μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν τη δωρεάν παροχή νερού σε δημόσια κτίρια και θα πρέπει να ενθαρρύνουν τα εστιατόρια, τις καντίνες και τις υπηρεσίες τροφοδοσίας να παρέχουν στους πελάτες νερό δωρεάν.