Ποιες είναι οι επιπτώσεις στη λειτουργία των ελληνικών βιομηχανιών, που έχει προκαλέσει  η κατακόρυφη αύξηση των τιμών των πρώτων υλών.

Μπορεί η παραγωγή σε όλο τον ελληνικό τομέα μεταποίησης να αυξήθηκε έντονα το Νοέμβριο, με τον ρυθμό αύξησης να αντιστοιχεί σε αυτόν που παρατηρήθηκε τον Οκτώβριο, (πηγή: IHS Markit), ωστόσο οι αναταραχές στην αλυσίδα εφοδιασμού επιδεινώθηκαν εξαιτίας των ελλείψεων πρώτων υλών και των καθυστερήσεων στις μεταφορές, καθώς οι χρόνοι παράδοσης προμηθειών επιμηκύνθηκαν αισθητά τον Νοέμβριο.

Οι ελλείψεις έχουν ωθήσει τις τιμές εισροών σε υψηλότερο επίπεδο, καθώς ο ρυθμός αύξησης του κόστους επιταχύνθηκε σε επίπεδο-ρεκόρ. Σημαντικοί παράγοντες που συνέβαλαν στην αύξηση αυτή ήταν οι υψηλότερες τιμές ενέργειας, καυσίμων, μετάλλων, πλαστικών και υλικών συσκευασίας. Οι δυσκολίες προμήθειας πρώτων υλών και η έντονη αύξηση των νέων παραγγελιών οδήγησαν τον όγκο αδιεκπεραίωτων εργασιών σε άνοδο-ρεκόρ στην ιστορία της έρευνας, στα μέσα του τέταρτου τριμήνου. Η χαμηλή διαθεσιμότητα εισροών έχει επηρεάσει αρνητικά τις δυνατότητες παραγωγής, παρότι η αύξηση των επιπέδων απασχόλησης ήταν η εντονότερη που έχει καταγραφεί σε διάστημα πέντε μηνών. Την ίδια στιγμή τα αποθέματα σημειώνουν, περαιτέρω συρρίκνωση. Οι εταιρείες αναφέρουν δυσκολίες κατά την αναπλήρωση των αποθεμάτων προμηθειών και έτοιμων προϊόντων, εξαιτίας της αναταραχής στην αλυσίδα εφοδιασμού.

Όπως αναφέρει ο Siân Jones, οικονομολόγος στην IHS Markit, «οι συνεχιζόμενες σημαντικές αναταραχές στην αλυσίδα εφοδιασμού επιβράδυναν την ανάπτυξη. Κατά συνέπεια, οι πιέσεις που ασκούνταν στο παραγωγικό δυναμικό εντάθηκαν, καθώς ο όγκος αδιεκπεραίωτων εργασιών αυξήθηκε με τον ταχύτερο ρυθμό σε διάστημα μεγαλύτερο των 19 ετών. Οι ελλείψεις υλικών οδήγησαν σε μία από τις μεγαλύτερες επιμηκύνσεις του χρόνου παράδοσης προμηθειών από το ξέσπασμα της πανδημίας. Παράλληλα με τις αυξήσεις των τιμών ενέργειας και καυσίμων, η άνοδος του κόστους κατέγραψε υψηλό ρυθμό-ρεκόρ στην ιστορία της έρευνας. Παρότι ο κύριος ρυθμός αύξησης ανεβαίνει, ορισμένες εταιρείες άρχισαν να εφιστούν την προσοχή στη μετακύλιση της εντονότατης επιβάρυνσης κόστους στους πελάτες, καθώς υπάρχουν αναφορές για πελάτες που αντιτίθενται στην τακτική αυτή».

Τάση που επιβεβαιώνεται και από τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, σύμφωνα με τον Γενικό Δείκτη Τιμών Παραγωγού στη Βιομηχανία (σύνολο εγχώριας και εξωτερικής αγοράς), με έτος βάσης 2015=100,0 και μήνα αναφοράς τον Οκτώβριο 2021, σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Οκτωβρίου 2020, παρουσίασε αύξηση 23,5% έναντι μείωσης 6,9% που σημειώθηκε κατά την αντίστοιχη σύγκριση των δεικτών του έτους 2020 με το 2019.

Το αποτύπωμα της κρίσης στις επιχειρήσεις
Σύμφωνα με την έρευνα «Ο Σφυγμός του Επιχειρείν» που πραγματοποίησε ο ΣΕΒ, μέσω της οποίας αξιολογούν το μέλλον τους οι επιχειρήσεις, το 72% εκφράζει ανησυχία σχετικά με τις ανατιμήσεις μεταξύ άλλων στο κόστος των πρώτων υλών και της ενέργειας, για τις οποίες οι δυνατότητες απορρόφησης χωρίς αυξήσεις είναι πεπερασμένες. Επίσης, οι επιχειρήσεις με πάνω από 10 εργαζομένους εκφράζουν ανησυχία για το υψηλό κόστος ενέργειας, καθώς το θεωρούν ως το βασικό εμπόδιο στην καθημερινή τους λειτουργία.
Την ίδια στιγμή ο Μιχάλης Στασινόπουλος, πρόεδρος της αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας «Ελληνική Παραγωγή – Συμβούλιο Βιομηχανιών για την Ανάπτυξη» κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για το ενεργειακό κόστος, που απειλεί την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων και ακόμη και τη λειτουργία κάποιων από αυτές.

Από την πλευρά του ο Βασίλης Γούναρης, πρόεδρος του Συνδέσμου Βιομηχανιών Πλαστικών και CEO της BASF Ελλάς, επισημαίνει ότι η βιομηχανία πλαστικών βρίσκεται στο επίκεντρο της «τέλειας καταιγίδας». Σύμφωνα με τον ίδιο «αρχής γενομένης από την αύξηση των τιμών στις πρώτες ύλες από τους πρώτους μήνες του 2020 και στην συνέχεια περάσαμε στην πανδημία. Εκεί, υπήρξε μεγάλη ζήτηση για πλαστικά λόγω της παραγωγής ατομικού προστατευτικού εξοπλισμού. Αυτή η ζήτηση, σε συνδυασμό με τα περιοριστικά μέτρα παγκοσμίως και τις δυσκολίες στις μεταφορές, οδήγησαν σε σημαντικές ελλείψεις και ανατιμήσεις των πρώτων υλών. Σήμερα, υπάρχει έντονο πρόβλημα στις μεταφορές παγκοσμίως και σε συνδυασμό με την εκτίναξη του ενεργειακού κόστους προκαλούνται προβλήματα, που απειλούν την ύπαρξη πολλών μικρών εταιρειών. Η βιομηχανία πλαστικών πλήττεται σημαντικά αυτή την περίοδο και απαιτείται η συνεργασία με την Πολιτεία για να επιλυθούν υπαρξιακά προβλήματα».

Ο Γιώργος Τρακάκης, CEO της εταιρίας Endless EC, αναφέρει πως το κόστος του χαρτιού έχει αυξηθεί εφέτος κατά 30%, ενώ στο πλαστικό οι τιμές έχουν πολλαπλασιαστεί. Στο ίδιο μήκος κύματος ο πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της Aluminco, Αργύρης Καρράς, ο οποίος απαντώντας σε ερώτηση μας είπε πως «το ρεύμα και το φυσικό αέριο έχουν διπλασιαστεί και τριπλασιαστεί σε επίπεδο μήνα», παραδεχόμενος επίσης ότι «τα περιθώρια αντίδρασης είναι όντως μικρά».

Ο κ. Καρράς ωστόσο αναφέρει πως η εταιρεία του για αντιστάθμιση του κόστους έχει προβεί σε επενδύσεις για ένα νέο φωτοβολταϊκό ισχύος 1 μεγαβάτ στο πλαίσιο του πλαισίου ενεργειακού συμψηφισμού. Πάντως σημείωσε ότι «έχει ανασταλεί η μεγάλη ανοδική πορεία και διαφαίνεται η ίδια τάση και για το 2022 οπότε προβλέπεται και ομαλοποίηση των τιμών».
«Ευελπιστούμε να μείνει έτσι», λέει ο ο κ. Καρράς ωστόσο υπογραμμίζει πως οι τιμές στις πρώτες ύλες είναι μεγάλο θέμα καθώς δημιουργούν αναβλητικότητα στα έργα.

Οι μεγαλύτερες ελλείψεις καταγράφονται σε υλικά συσκευασίας, ενώ το πρόβλημα είναι πιο έντονο στις χημικές βιομηχανίες που χρησιμοποιούν μονομερή, καθώς οι τιμές είναι σχεδόν τριπλάσιες σε σχέση με πέρυσι. Πιο συγκεκριμένα, η μεταφορά τους, λόγω της αύξησης των ναύλων, κοστίζει ακόμη και οκτώ φορές πάνω, ενώ οι καθυστερήσεις στις παραδόσεις των παραγγελιών μπορεί να ξεπερνούν και τους 2,5 μήνες.
Στο θέμα εξοικονόμησης ενέργειας αναφέρεται και ο πρόεδρος της εταιρείας διαχείρισης ακινήτων (Facility Management), Cordia, πρώην Engie Hellas, Γιώργος Δανιόλος και ο Διευθύνων Σύμβουλος Στέλιος Κουράτολος. Συγκεκριμένα, τα στελέχη της Cordia επισημαίνουν πόσο σημαντικό είναι για την εξοικονόμηση ενέργειας η ανάδειξη επαρκών και μεγάλων εταιρειών Facility Managment για επιχειρήσεις και εταιρείες.

Παγκόσμιο το φαινόμενο
Το φαινόμενο δεν είναι μόνο ελληνικό. Πριν από λίγες εβδομάδες ο Διευθύνων Σύμβουλος του ομίλου Φουρλή, Απόστολος Πεταλάς, ανέφερε ότι η Nike θα παραδώσει στον όμιλο 15% λιγότερα από τα παραγγελθέντα προϊόντα για την ανοιξιάτικη και καλοκαιρινή σεζόν 2022, ενώ σε ό,τι αφορά τα καταστήματα ΙΚΕΑ υπάρχουν ελλείψεις στο 10% των κωδικών.
Με «καπέλο» εισάγουν οι ελληνικές επιχειρήσεις κατασκευής ενδυμάτων τα νήματα, καθώς οι τιμές που τα προμηθεύονται είναι αυξημένες κατά περίπου 80% σε σύγκριση με πέρυσι. Το παραπάνω φαινόμενο στην ουσία ανακόπτει τη μεγάλη άνοδο που σημείωνε τους τελευταίους μήνες ο κλάδος της ελληνικής μεταποίησης, ένας κλάδος κρίσιμος για τη βιώσιμη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, που συμβάλλει καθοριστικά στην απασχόληση, αλλά και τον περιορισμό του εμπορικού ελλείμματος.

Την ίδια στιγμή η στρατηγική της Procter & Gamble για τη διαχείριση των πολλαπλών προκλήσεων που γεννούν η πανδημική κρίση σε συνδυασμό με τις σοβαρές αναταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα και την εκτόξευση του κόστους της ενέργειας και των πρώτων υλών σε δυσθεώρητα ύψη εστιάζει σε τρεις άξονες. Ειδικά για το κόστος των πρώτων υλών και τη διαταραχή της εφοδιαστικής αλυσίδας η Νανά Γούλα, Product Supply Senior Director της P&G για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη, μιλώντας στο πλαίσιο των εργασιών της τρίτης ημέρας του 32ου ετήσιου συνεδρίου του Ελληνοαμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου, είπε πως η P&G διαθέτει μια παγκόσμια ευελιξία ως προς τους προμηθευτές της σε ό,τι αφορά τη διαχείριση των πρώτων υλών. «Εάν για παράδειγμα, ένας προμηθευτής δεν μπορεί να παράξει σε ένα εργοστάσιο, τότε η παραγωγή μεταφέρεται σε άλλη μονάδα», σημείωσε.

Μια φθινοπωρινή έρευνα από τη Συνομοσπονδία Βρετανικής Βιομηχανίας (CBI) έδειξε ότι σχεδόν τα δύο τρίτα των Βρετανών μικρομεσαίων βιομηχανιών ανησυχούν ότι η προσφορά υλικών και ανταλλακτικών θα μπορούσε να επηρεάσει την παραγωγή σε διαφορα επίπεδα. Ο επικεφαλής οικονομολόγος της CBI, Alpesh Paleja, δήλωσε ότι τα ευρήματα δείχνουν ότι οι μεταποιητικές ΜΜΕ αντιμετωπίζουν ένα αβέβαιο μέλλον, λόγω των «επίμονων προκλήσεων προσφοράς και των έντονων πιέσεων κόστους και τιμών».

Η ευρωπαϊκή εταιρεία συμβούλων Inverto (θυγατρική της BCG) διεξήγαγε μια εις βάθος μελέτη για το τοπίο των πρώτων υλών και τον τρόπο με τον οποίο οι ηγέτες των προμηθειών και της αλυσίδας εφοδιασμού στοχεύουν να ανταποκριθούν στις αυξανόμενες προκλήσεις της έλλειψης τιμής και προσφοράς. Από τα ευρήματα της έρευνα προκύπτει πως περισσότερο από το 90% των συμμετεχόντων στη μελέτη-μέλη του διοικητικού συμβουλίου και ηγέτες στην αλυσίδα εφοδιασμού και τα τμήματα προμηθειών αναφέρουν ότι οι τιμές των πρώτων υλών έχουν αυξηθεί αισθητά από το ξέσπασμα της πανδημίας. Εν τω μεταξύ, αξίζει να σημειωθεί ότι το 45% των επιχειρήσεων επηρεάζεται έντονα από την αλλαγή ή τη χαμηλότερη προσφορά πρώτων υλών.

Σχολιάζοντας τα ευρήματα, ο Thibault Lecat, Διευθύνων Σύμβουλος της Inverto, δήλωσε: «Βραχυπρόθεσμα, οι εταιρείες δεν μπορούν να ξεφύγουν από τις αυξανόμενες τιμές, δεν μπορείτε να νικήσετε την παγκόσμια αγορά και αυτή η κρίση επηρεάζει όλους – τόσο διεθνώς όσο και τους άμεσους ανταγωνιστές. Το πιο σημαντικό πράγμα που μπορούν να κάνουν οι επιχειρήσεις αυτή τη στιγμή είναι να εξασφαλίσουν προμήθειες προκειμένου να διατηρήσουν την ικανότητα παράδοσης». Το 76% όλων των ερωτηθέντων, αναμένει μια ισχυρή ή μέτρια αύξηση του κόστους στις τιμές των πρώτων υλών μέσα στους επόμενους 18 μήνες. Το 2022, οι εκτεταμένοι χρόνοι παράδοσης και η χαμηλότερη διαθεσιμότητα πρώτων υλών προβλέπεται να είναι οι μεγαλύτερες προκλήσεις για την αλυσίδα εφοδιασμού, αναφέρουν οι επιχειρηματίες.

Όπως αναφέρει νέα έκθεση της Oxford Economics για το 2022, η ανάπτυξη των εμβολιαστικών προγραμμάτων, τα όλο και αυξανόμενα ποσοστά εμβολιασμού εργατικού δυναμικού στις βιομηχανίες και η υποχώρηση της ενεργειακής κρίσης, οδηγούν τους αναλυτές στο συμπέρασμα πως «τα χειρότερα είναι πίσω». Αναμένουν, εξασθένηση της τάσης για μείωση των παραγγελιών στα εργοστάσια, εξορθολογισμό του χρόνου παραγωγής και παράδοσης των βιομηχανικών προϊόντων και αύξηση της ζήτησης.
Τα παραπάνω σε συνδυασμό με τα χρήματα που θα διοχετευθούν στην αγορά από το Ταμείο Ανάκαμψης, αναμένεται να οδηγήσουν σε ισχυρή ανάπτυξη της βιομηχανικής παραγωγής το 2022. Κάτι που οφείλεται και στο γεγονός πως θα υλοποιηθούν σημαντικά επενδυτικά πλάνα εξαιτίας του Ταμείου Ανάκαμψης, αναφέρουν οι αναλυτές.