Η παραγωγή και η κατανάλωση ενέργειας επηρεάζουν την οικονομική ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή κάθε χώρας, ενώ σχετίζονται άμεσα με το παραγωγικό μοντέλο της, τη βιομηχανία, και την ποιότητα ζωής. Τα παραπάνω σημειώνει η ερευνητική ομάδα του ΙΟΒΕ, που ανέλαβε για λογαριασμό της διαΝΕΟσις να χαρτογραφήσει τον ελληνικό τομέα ενέργειας. Σύμφωνα με την έρευνα, το 2019, το 23,8% της ενέργειας που παράχθηκε στη χώρα καταναλώθηκε στη βιομηχανία (από 40,8% το 1990). Ωστόσο, την ίδια χρονιά, η ηλεκτρική ενέργεια στην Ελλάδα είχε τις ακριβότερες τιμές χονδρικής σε ολόκληρη την ΕΕ. Στο πλαίσιο αυτό, οι ερευνητές κρίνουν απαραίτητη τη διατήρηση των υφιστάμενων και την εφαρμογή νέων μέτρων μείωσης του ενεργειακού κόστους για τις βιομηχανικές επιχειρήσεις.
Μια μείωση 10% στο κόστος ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου θα προσέθετε σχεδόν 1 δισ. ευρώ στο ΑΕΠ και 21.500 νέες θέσεις εργασίας, σημειώνεται χαρακτηριστικά. Οι ερευνητές καταλήγουν σε μια δέσμη προτάσεων για την εξοικονόμηση ενέργειας και τη βελτίωση της εγχώριας αγοράς ηλεκτρισμού. Ειδικότερα, οι 4 άξονες στους οποίους θα πρέπει να δοθεί επενδυτική έμφαση είναι η βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας, η ανάπτυξη της παραγωγής ενέργειας με ΑΠΕ, η αναβάθμιση και ενίσχυση υποδομών στα δίκτυα ενέργειας για διευκόλυνση των ΑΠΕ και σταδιακή σύζευξη τομέων τελικής κατανάλωσης ενέργειας, και τέλος η δίκαιη μετάβαση των περιοχών που εξαρτώνται από το λιγνίτη. Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής μακροχρόνιας στρατηγικής για την ενεργειακή μετάβαση, περιλαμβάνονται και κάποιες πιο «εξωτικές» πολιτικές, βασισμένες σε νέες τεχνολογίες οι οποίες ακόμη είναι ανώριμες ή ασύμφορες, όπως η δέσμευση και αποθήκευση εκλυόμενου άνθρακα, μέθοδοι χημικής αποθήκευσης ενέργειας, ή η εκτεταμένη χρήση υδρογόνου σε